Photography: Bill Barekas / Flickr
Αρθρογραφια |

Η Ελληνική Οικονομία Μετά Το Lockdown

Οι μηχανισμοί που δρουν στην οικονομία, οι ευκαιρίες και οι παγίδες.

Δύο μήνες πριν βρισκόμασταν στη φάση της αποτροπής του υγειονομικού κινδύνου. Η χώρα μας έλαβε προληπτικά μέτρα δίνοντας προτεραιότητα στην αξία της ανθρώπινης ζωής, που εκ του αποτελέσματος θα μπορούσε κανείς να τα αξιολογήσει έως και απόλυτα επιτυχημένα.

Σήμερα, βρισκόμαστε στη φάση της επαναλειτουργίας της αγοράς με την ελληνική κυβέρνηση να έχει εξαγγείλει κάποια μέτρα που αφορούν στην ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και σε φορολογικές ελαφρύνσεις1 και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να έχει προτείνει ένα ιστορικό πακέτο χρηματοδότησης για το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την Ελλάδα να λαμβάνει ένα σημαντικό μερίδιο αυτού. Συγκεκριμένα για την Ελλάδα, η πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει επιχορηγήσεις ύψους €22,5 δισ. και δυνατότητα χαμηλότοκου δανεισμού υπό όρους, με ορίζοντα 20ετίας, ενός επιπλέον ποσού ύψους έως και €9,5 δισ. Διαφορετικά, πρόκειται για ένα συνολικό πακέτο που αντιστοιχεί περίπου στο 17% του ΑΕΠ της Ελλάδας. Εάν η πρόταση αυτή εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τότε η Ελλάδα μπορεί να λάβει από την ΕΕ ένα συνολικό ποσό που φθάνει τα €51 δισ., συμπεριλαμβανομένου και το ΕΣΠΑ 2021-27. Ωστόσο για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, χρειαζόμαστε πρώτον, μια πλήρη κατανόηση των μηχανισμών που δρουν σε αυτήν μετά το πέρας των περιοριστικών μέτρων και δεύτερον, μια αναλυτική μελέτη των αναγκών που έχουν προκύψει στους επιμέρους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που στηρίζουν την απασχόληση και τα εισοδήματα των νοικοκυριών, καθώς και των ευκαιριών μετασχηματισμού τους μέσω των νέων συνθηκών που δημιούργησε η πανδημία (π.χ. τηλεργασία, χρήση νέων τεχνολογιών κ.ά.).

Το πρώτο επιχειρούμε να το προσεγγίσουμε με το παρόν άρθρο, ενώ το δεύτερο θα εξεταστεί ενδελεχώς σε μελέτη της διαΝΕΟσις που θα δημοσιευτεί το προσεχές διάστημα και που θα έχει ως τίτλο "Η Ελλάδα μετά τον κορωνοϊό - προτάσεις επανεκκίνησης". Κεντρική ιδέα της μελέτης είναι να προτείνει μέτρα άμεσης δράσης και εφαρμογής σε κλαδικό επίπεδο, με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την άρση των εμποδίων που θα βελτιώνουν την αποδοτικότητα της δημόσιας διοίκησης και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

Εκτιμήσεις-Δεδομένα2

Πριν εξετάσουμε τους οικονομικούς μηχανισμούς που επηρεάζουν το πώς θα κινηθεί η οικονομία μετά από ένα lockdown θα ήταν χρήσιμο να έχουμε μια ανανεωμένη εικόνα των εκτιμήσεων και των διαθέσιμων δεδομένων για  βασικούς μακροοικονομικούς δείκτες της ελληνικής οικονομίας.

Οι επίσημες εκτιμήσεις που ανακοινώνονται από διάφορους φορείς και οργανισμούς έχουν, το τελευταίο διάστημα, αρχίσει να συγκλίνουν προς μια μάλλον δυσοίωνη για την ελληνική οικονομία κεντρική πρόβλεψη. Οι περισσότερες από αυτές τις εκθέσεις προβλέπουν, στο βασικό τους σενάριο, ότι η ύφεση φέτος θα βρίσκεται μεταξύ του 6 και του 13%, με την οικονομία να φτάνει στα προ κορωνοϊού επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας κατά τις αρχές του 2022. Στο ίδιο εύρος προβλέψεων βρίσκεται και η αρχική εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης για την ύφεση –συγκεκριμένα μεταξύ 10% και 13,2%– η οποία όμως μετριάζεται από την εκτιμώμενη θετική επίδραση που θα έχουν τα δημοσιονομικά μέτρα -που έχουν εξαγγελθεί ή που πρόκειται να εξαγγελθούν-, ώστε τελικά να περιορίζεται στο 4,7%. Αντίστοιχα αρνητικές είναι οι προβλέψεις και για την ανεργία, με το σύνολο των εκθέσεων να κάνει λόγο για ποσοστό ανεργίας μεταξύ 19 και 21% το 2020 (από 17,3 το 2019).

Παρακάτω συγκεντρώνονται οι κυριότερες επίσημες εκτιμήσεις ελληνικών και διεθνών φορέων για την πορεία του πραγματικού μεγέθους της ελληνικής οικονομίας το 2020 και το 2021:

Πίνακας 1. Οι τελευταίες εκτιμήσεις για τη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας από τους κυριότερους επίσημους φορείς*

Φορέας

Έκθεση (πηγή)

Ημ/νία

Μεταβολή πραγματικού ΑΕΠ 2020 (%)

Μεταβολή πραγματικού ΑΕΠ 2021 (%)

Κυβέρνηση

Πρόγραμμα Σταθερότητας (κατατεθειμένο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή)

Απρ-20

βασικό σενάριο:-4,7
δυσμενές σενάριο: -7,9

βασικό σενάριο: 5,1
δυσμενές σενάριο: 8

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

European Economic Forecast - Spring 2020

Μαϊ-20

-9,7

7,9

ΔΝΤ

World Economic Outlook - April 2020

Απρ-20

-10

5,1

ΟΟΣΑ

OECD Economic Outlook, Volume 2020 Issue 1 (Preliminary)

Ιουν-20

ένα κύμα πανδημίας: -8
δύο κύματα πανδημίας: -9,8

ένα κύμα πανδημίας: 4,5
δύο κύματα πανδημίας: 2,3

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

Regional Economic Prospects, May 2020 (Update)

Μαϊ-20

-6

6

* H τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) αφορούσε την προ-κορωνοϊού πραγματικότητα, ενώ η προσεχής (περιοδική) της έκθεση της αναμένεται τον Ιούλιο. Σύμφωνα με αναφορά του διοικητή της ΤτΕ, κατά τη διαδικασία ανανέωσης της θητείας του στη Βουλή (25/5/2020), το βασικό σενάριο της ΤτΕ προβλέπει ύφεση 6% το 2020 (εύρος εναλλακτικών σεναρίων: 4,5%-9,5%) και μεγέθυνση 5,5% το 2021.

 

Πίνακας 2. Οι τελευταίες εκτιμήσεις για τη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας από τους κυριότερους ιδιωτικούς φορείς

Φορέας

Έκθεση (πηγή)

Ημ/νία

Μεταβολή πραγματικού ΑΕΠ 2020 (%)

Μεταβολή πραγματικού ΑΕΠ 2021 (%)

ΙΟΒΕ

Τριμηνιαία Έκθεση Q1-2020

Απρ-20

βασικό σενάριο: -5
δυσμενές σενάριο: -9

Μ/Δ

Standard & Poors

Έκθεση Αξιολόγησης (ΒΒ-, σταθερές προοπτικές)

Απρ-20

-9

5,5

Moody's

Έκθεση Αξιολόγησης (Β1, σταθερές προοπτικές)
(πηγή: ελληνικός και διεθνής τύπος)

Απρ-20

-5

4

Fitch Ratings*

Έκθεση Αξιολόγησης (ΒΒ, σταθερές προοπτικές)

Απρ-20

-8,1

5,1

DBRS Morningstar

Global Macroeconomic Scenarios: June Update

Ιουν-20

βασικό σενάριο: -6,5
δυσμενές σενάριο: -10

βασικό σενάριο: 4
δυσμενές σενάριο: 1,5

Citigroup

(Ελληνικός τύπος)

Μαϊ-20

-7,8

7,3

HSBC

(Ελληνικός τύπος)

Απρ-20

-6

5,8

Morgan Stanley

(Ελληνικός τύπος)

Απρ-20

βασικό σενάριο: -13,3
καλό σενάριο: -6,6
δυσμενές σενάριο: -21,3

βασικό σενάριο: 4
καλό σενάριο: 4,3
δυσμενές σενάριο: -1,1

UBS

(Ελληνικός τύπος)

Ιουν-20

-6

5,1

* Σύμφωνα με τη Fitch Ratings, οι εκτιμήσεις της ενέχουν κίνδυνο μεταβολής επί τα χείρω σε περίπτωση δεύτερου κύματος της πανδημίας.

Αναλυτικότερα, η πιο εκτεταμένη από αυτές τις εκθέσεις, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία βασίστηκε σε ένα αρκετά εκλεπτυσμένο μακροοικονομικό μοντέλο3 χρησιμοποιώντας τρία επιμέρους σενάρια για την πορεία της πανδημίας και την ακόλουθη ανάγκη για περιοριστικά μέτρα, προβλέπει την παρακάτω πορεία για τα βασικότερα μακροοικονομικά μεγέθη:

 

Πίνακας 3. Οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη

Βασικά Μακροοικονομικά Μεγέθη

2020

2021

Πραγματικό ΑΕΠ (μεταβολή %)

-9,7

+7,9

Ιδιωτική Κατανάλωση (μεταβολή %)

-9

+7,5

Επενδύσεις (μεταβολή %)

-30

+33

Εξαγωγές (μεταβολή %)

-21,4

+17,9

Εισαγωγές (μεταβολή %)

-18

+15,8

Ανεργία (% εργατικού δυναμικού)

19,9
(από 17,3 το 2019)

16,8

Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (%ΑΕΠ)

0,1
(από -0,3 το 2019)

-1,2

Ισοζύγιο Γενικής Κυβερνήσεως (%ΑΕΠ)

-6,4
(από +1,5 το 2019)

-2,1

Χρέος (%ΑΕΠ)

196,4
(από 176,6 το 2019)

182,6

Πηγή: European Economic Forecast - Spring 2020

Αντίστοιχα, στην πιο πρόσφατη από αυτές τις εκθέσεις, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προτίμησε, λόγω της "ασυνήθιστης αβεβαιότητας", να παρουσιάσει τις εκτιμήσεις του ξεχωριστά σε κάθε ένα από τα δύο σενάρια που όρισε για την εξέλιξη της πανδημίας: την περίπτωση που δεν υπάρξει νέα έξαρση του κορωνοϊού και την περίπτωση να υπάρξει ένα δεύτερο κύμα έξαρσης στα τέλη του 20204. Οι προβλέψεις της έκθεσης αυτής για τα βασικότερα μακροοικονομικά μεγέθη παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα:

 

Πίνακας 4. Οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ για τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη

Βασικά Μακροοικονομικά Μεγέθη

2020

2021

Ένα κύμα πανδημίας

Δύο κύματα πανδημίας

Ένα κύμα πανδημίας

Δύο κύματα πανδημίας

Πραγματικό ΑΕΠ (μεταβολή %)

-8

-9,8

4,5

2,3

Ιδιωτική Κατανάλωση (μεταβολή %)

-6,4

-8,4

5,5

3,1

Επενδύσεις (μεταβολή %)

-14,3

-17,3

7,8

11

Εξαγωγές (μεταβολή %)

-11,1

-13,6

8,7

-1,3

Εισαγωγές (μεταβολή %)

-8,2

-10,8

9,7

0,5

Ανεργία (% εργατικού δυναμικού)

19,4

19,6

19,8

20,4

Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (%ΑΕΠ)*

-0,6

-0,6

-0,6

-0,4

Ισοζύγιο Γενικής Κυβερνήσεως (%ΑΕΠ)

-7,7

-8,8

-4,9

-6,6

Χρέος (%ΑΕΠ)

196,9

209,3

190,7

204,7

* Το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ), όπως αναφέρεται στις προβλέψεις του ΟΟΣΑ, είναι υπολογισμένο βάσει του Ισοζυγίου Πληρωμών (σύστημα BPM6), αντίθετα με το ίδιο μέγεθος στις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου είναι υπολογισμένο σε εθνικολογιστική βάση (σύστημα ESA). Με τον τρόπο υπολογισμού του ΟΟΣΑ, το επίπεδο του ΙΤΣ το 2019 ήταν -1,4% του ΑΕΠ.

Πηγή: OECD Economic Outlook, Volume 2020 Issue 1 (Preliminary)

Η κυρίαρχη αιτιολόγηση στις εκθέσεις που προαναφέρθηκαν για το μεγάλο μέγεθος της αναμενόμενης ύφεσης εδράζεται στο μεγάλο μερίδιο των λιανικών υπηρεσιών στο ΑΕΠ της Ελλάδας και στη διευρυμένη διάχυση των τουριστικών υπηρεσιών, και των εισροών τους, στην ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα, όπως μετριέται χαρακτηριστικά από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), το άθροισμα των λιανικού εμπορίου, χονδρικού εμπορίου, μεταφορών, διανομής και εστίασης αποτελεί το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της Ελλάδας. Ο δε τουρισμός εκτιμάται ότι παράγει μεν το 5,9% του ΑΕΠ, απασχολώντας περίπου το 10% του εργατικού δυναμικού,5 αλλά παρέχει στην ελληνική οικονομία συνολικές εισπράξεις που φτάνουν στο 20% του ΑΕΠ.6 Οι εισπράξεις αυτές, στο μέτρο που στην εφοδιαστική αλυσίδα του τουρισμού χρησιμοποιούνται εγχώριες εισροές, συνεπάγονται μια ανάλογη τελική επίδραση στο συνολικό προϊόν της χώρας. Αφού οι τομείς του λιανικού εμπορίου και του τουρισμού δέχονται τις ισχυρότερες πιέσεις από την νέα οικονομική κρίση, και δεδομένης της μεγάλης συμμετοχής τους στην ελληνική οικονομία, την καθιστούν περισσότερο ευάλωτη. Αντίθετα, κάποιες χώρες που είχαν μεγαλύτερο υγειονομικό πρόβλημα εκτιμάται ότι δεν θα έχουν τόσο μεγάλη οικονομική επιβάρυνση, διότι οι εν λόγω τομείς έχουν μικρότερη επήρεια στις οικονομίες τους.

Αυτές είναι οι τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές εκτιμήσεις. Ποια είναι όμως τα πραγματικά δεδομένα;

Τα πραγματικά δεδομένα που έχουν δημοσιευτεί για τους δύο πρώτους μήνες του lockdown (Μάρτιο και Απρίλιο) είναι μάλλον περιορισμένα. Συγκεκριμένα, για το μήνα Μάρτιο, στα τέλη του οποίου επιβλήθηκαν τα πρώτα αυστηρά περιοριστικά μέτρα για την πανδημία, γνωρίζουμε προς το παρόν ότι:

  • Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το πλήθος των επιχειρήσεων που τέθηκε διά νόμου σε αναστολή λειτουργίας ισούται με το 14,6% του συνολικού πλήθους των επιχειρήσεων της οικονομίας που υποχρεούνται στην τήρηση διπλογραφικών βιβλίων (περίπου 1,4 εκατ. επιχειρήσεις). Οι συγκεκριμένες, μάλιστα, επιχειρήσεις εμφάνισαν μια μέση μείωση του κύκλου εργασιών κατά 47%, έναντι του ίδιου μήνα του 2019.
  • Ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 0%, από 0,2% που ήταν τον Φεβρουάριο.
  • Ο γενικός δείκτης του κύκλου εργασιών στη βιομηχανία (δείκτης της αξίας της παραγωγής) παρουσίασε μείωση κατά 9,3%, έναντι του Μαρτίου του 2019, παρά το γεγονός ότι ταυτόχρονα ο δείκτης της βιομηχανικής παραγωγής (δείκτης του όγκου παραγωγής) είχε ετήσια αύξηση κατά 0,6%, με τη μεταποίηση μάλιστα να πρωταγωνιστεί με αύξηση κατά 2%.
  • Το διεθνές εμπόριο αγαθών υποχώρησε επίσης, με τις συνολικές εξαγωγές αγαθών να καταγράφουν μείωση 11,2%, έναντι του ίδιου μήνα του 2019, ενώ οι εισαγωγές αγαθών κατέγραψαν μείωση 9,8% και το εμπορικό ισοζύγιο παρέμεινε ελλειμματικό στο -€1,8 δισ. Ενδιαφέρον έχει η αντίθετη πορεία που έχουν οι εξαγωγές του τομέα τροφίμων (τρόφιμα, ποτά, καπνός, λάδια και λίπη), οι οποίες εμφανίζονται σημαντικά αυξημένες· μια τάση που, όμως, είχαν ήδη από τις αρχές του έτους.
  • Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών7 φαίνεται βελτιωμένο στη σχετική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, με έλλειμμα €1,1 δισ., έναντι €1,5 δισ.  τον Μάρτιο του 2019. Στην ίδια έκθεση αποτυπώνεται η δριμεία μείωση των τουριστικών εσόδων, με το ισοζύγιο των ταξιδιωτικών υπηρεσιών να περιορίζεται στα €92 εκατ. από €318 εκατ.  τον ίδιο μήνα του 2019 (μεταβολή της τάξεως του -71%).
  • Το συνολικό ύψος των καταθέσεων και ρέπος, όπως μετριέται από την Τράπεζα της Ελλάδος, εμφανίζεται μειωμένο κατά 1,3% (€2,7 δισ.) από τον προηγούμενο μήνα.8 Ειδικότερα, το επιμέρους ύψος των καταθέσεων των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 2% (€2,8 δισ.), μια τάση που παρατηρήθηκε και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
  • Ως προς την απασχόληση, η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για την έρευνα εργατικού δυναμικού δεν ξεκαθάρισε ιδιαίτερα το τοπίο. Η επίσημη καταγραφή του ποσοστού της ανεργίας για τον μήνα Μάρτιο ήταν 14,4%, μειωμένο κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον προηγούμενο μήνα.9 Το ποσοστό, όμως, αυτό είναι μάλλον μη-ενδεικτικό, καθώς προκύπτει κυρίως από τη μετάθεση ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού των ανέργων στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, διότι τα άτομα αυτά έπαυσαν κατά δήλωση τους να είναι άμεσα διαθέσιμα για εργασία, και επομένως σταμάτησαν να πληρούν τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους ως άνεργα. Πιο συγκεκριμένα και σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, οι απασχολούμενοι μειώθηκαν περίπου κατά 10 χιλ. άτομα, αλλά και το πλήθος των άνεργων μειώθηκε κατά 79 χιλ. άτομα, με τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό να αυξάνεται κατά 87 χιλ. άτομα. Ασφαλέστερα συμπεράσματα μπορούν να προκύψουν από δεδομένα του συστήματος Εργάνη. Σύμφωνα με αυτά, οι προσλήψεις εμφάνισαν μείωση κατά 49,1% έναντι του Μαρτίου 2019, ενώ το σύνολο των αποχωρήσεων μειώθηκε κατά 8,7% με αποτέλεσμα το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων να ισούται με περίπου -42 χιλ. θέσεις εργασίας. Σε αμφότερες αυτές τις μετρήσεις, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα άτομα που τίθενται σε αναστολή της σύμβασης εργασίας συνεχίζουν ως επί το πλείστον να θεωρούνται εργαζόμενοι.10
  • Τέλος, η πορεία του ΑΕΠ για το σύνολο του πρώτου τριμήνου του 2020 ήταν αρνητική, με μείωση ύψους 0,9% σε πραγματικούς όρους, έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2019. Όσο δε αφορά στη διάρθρωσή του, η συνολική κατανάλωση (ιδιωτική και δημόσια) και οι εισαγωγές παρέμειναν σχεδόν σταθερά, οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 6,4% και οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 2,5%. Αξίζει να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα να γνωρίζουμε ποιο μέρος των παραπάνω μεταβολών οφείλεται στην υγειονομική κρίση.

Αναφορικά με τον Απρίλιο, στο σύνολο του οποίου ίσχυε το lockdown, γνωρίζουμε προς το παρόν μόνον ότι:

  • Ο πληθωρισμός μειώθηκε ακόμα περισσότερο, στο -1,4%.
  • Το συνολικό ύψος των καταθέσεων και ρέπος, από τα στοιχεία της ΤτΕ, ήταν αυξημένο αυτήν τη φορά κατά 1,6% (€3,2 δισ.)11, ενώ το επιμέρους ύψος των καταθέσεων των εγχώριων επιχειρήσεων και νοικοκυριών ήταν αυξημένο κατά 1% (€1,5 δισ.).
  • Για την απασχόληση δεν υπάρχουν ακόμα επίσημα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ. Από τα δεδομένα του συστήματος Εργάνη, παρατηρείται παραδόξως θετικό ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων, ίσο με 7 χιλ. θέσεις εργασίας (48,5 χιλ. προσλήψεις έναντι 41,5 χιλ. αποχωρήσεων), γεγονός που αποτελεί μια αναπάντεχη θετική ένδειξη. Ας ελπίσουμε και τα επίσημα στοιχεία της ανεργίας, όταν θα ανακοινωθούν, να κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση και ότι δεν θα πρόκειται στην πραγματικότητα για απολύσεις που έχουν μεν οριστικά αποφασιστεί, αλλά λανθάνουν προσωρινά πίσω από το καθεστώς των αναστολών συμβάσεων εργασίας12.

Παράλληλα με τα παραπάνω, η πορεία του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος δείχνει την πρωτοφανούς μεγέθους επιδείνωση στις οικονομικές προσδοκίες. Από τις 113,2 μονάδες που είχε φτάσει τον Φεβρουάριο, τη μέγιστη επίδοση της ελληνικής οικονομίας από τον Δεκέμβριο του 2000, έπεσε μέσα σε τρεις μήνες στις 88,513 μονάδες τον Μάιο, το χειρότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2015. Παρά τη δριμύτατη αυτή μείωση, όμως, το επίπεδο των 88,5 μονάδων είναι η καλύτερη επίδοση από όλες τις χώρες που μετριέται αυτός ο δείκτης, ήτοι τις χώρες μέλη της Ε.Ε., τις υπό ένταξη χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σχετικά, δε, με τον εξαιρετικά σημαντικό στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία, για λόγους που αναλύονται παρακάτω, Δείκτη Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης, από το επίπεδο των -4,8 μονάδων που είχε καταγράψει αυτός τον Φεβρουάριο (την υψηλότερη ιστορική τιμή μετά τον Ιούλιο του 2000) κατακρημνίστηκε κατά τη διάρκεια των τριών επόμενων μηνών στις -33 μονάδες. Την ίδια στιγμή η πτώση του αντίστοιχου δείκτη για το σύνολο της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης ήταν περίπου η μισή, με μια ελαφριά, μάλιστα, θετική μεταβολή τον Μάιο.

Οικονομικοί Μηχανισμοί

Οι έως τώρα εκτιμήσεις έχουν βασιστεί εν πολλοίς ή εν συνόλω σε μαθηματικές προσομοιώσεις θεωρητικών μακροοικονομικών μοντέλων. Δεν υπάρχουν ακόμα επαρκή πραγματικά δεδομένα, προκειμένου να υπάρξει έστω μια ακριβής βαθμονόμηση των παραπάνω μοντέλων. Όταν θα υπάρξει εισροή περαιτέρω πραγματικών μετρήσεων για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο, αναμφισβήτητα θα έχουμε επικαιροποίηση όλων αυτών των εκτιμήσεων και πιθανόν να αλλάξουν αρκετά. Σε κάθε περίπτωση, η τελική πορεία της ελληνικής οικονομίας τον τρέχοντα και τον επόμενο χρόνο θα κριθεί κατ’ αρχάς από την εξέλιξη της πανδημίας, και την ενδεχόμενη ανάγκη για επιπλέον περιοριστικά μέτρα, και εν συνεχεία από τον τρόπο που η οικονομία θα αντιδράσει σε αυτά και θα κινηθεί μετά την άρση τους.

Υπάρχουν δύο βασικοί βραχυχρόνιοι, αντίρροποι, οικονομικοί μηχανισμοί που επηρεάζουν το πώς θα κινηθεί η οικονομία μετά από ένα lockdown. Ασφαλώς, δεν είναι οι μοναδικοί οικονομικοί μηχανισμοί που ενεργούν εντός της οικονομίας. Είναι, όμως, οι πιο ενδεικτικοί της παρούσας κατάστασης και κατά αυτόν τον τρόπο οι πιο χρήσιμοι τόσο για μια βασική ανάλυσή της, όσο και για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό και των δύο αυτών οικονομικών μηχανισμών είναι ότι είναι ανατροφοδοτούμενοι, με αποτέλεσμα να δημιουργούν επιμέρους κύκλους, είτε προς τη θετική, είτε προς την αρνητική κατεύθυνση.

Ο πρώτος μηχανισμός είναι ένας μηχανισμός πολλαπλασιαστικής επιδείνωσης της ύφεσης, ο οποίος προκύπτει από την αδυναμία των φορέων της οικονομίας, κυρίως από τη μεριά της προσφοράς, ήτοι των επιχειρήσεων, να αντέξουν ένα εντατικό lockdown μεγάλης διάρκειας. Συγκεκριμένα, όσο ισχυρότερα και μεγαλύτερης διάρκειας είναι τα περιοριστικά μέτρα, τόσο δυσκολότερο είναι οι επιχειρήσεις να ανταπεξέλθουν και συνεπώς τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη για οικονομική ενίσχυσή τους. Ειδικά οι επιχειρήσεις μικρής συνολικής κεφαλαιοποίησης που είτε έχουν μεγάλο καθαρό δανεισμό14, είτε δραστηριοποιούνται στις λιανικές υπηρεσίες και στο εμπόριο είναι ιδιαίτερα εύκολο να υπερβούν τις αντοχές τους. Εάν η οικονομική ενίσχυση δεν μπορεί να σταθεί στο αναγκαίο ύψος, λόγω παραδείγματος χάριν έλλειψης επαρκούς δημοσιονομικού χώρου, είναι αναπόφευκτο να κλείσουν κάποιες από αυτές. Αυτό σημαίνει ότι θα ρευστοποιηθεί ένα μέρος του εγκατεστημένου φυσικού κεφαλαίου, θα μειωθούν τα κίνητρα για νέες επενδύσεις, θα μειωθεί η απασχόληση του εργατικού δυναμικού και κατά συνέπεια θα μειωθεί η συνολική εγχώρια ζήτηση. Δεδομένου ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν έχουν την απαραίτητη ανταγωνιστικότητα ώστε να καλύψουν την απώλεια της εγχώριας ζήτησης μέσω τους διεθνούς εμπορίου, θα πιέζονται ακόμα περισσότερο και έτσι θα ανατροφοδοτείται ο παραπάνω μηχανισμός.

Ανατροφοδοτούμενος ο μηχανισμός αυτός, και ενισχυόμενος από την επιδείνωση των προσδοκιών, θα δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο, το αποτέλεσμα του οποίου θα είναι μια αρκετά βαθύτερη του αρχικά αναμενόμενου ύφεση, που επιπλέον θα έχει χαρακτηριστικά παγίωσης. Δηλαδή, θα είναι πολύ δυσκολότερο για την οικονομία να ανακάμψει από αυτήν. Η παγίωση αυτή οφείλεται κυρίως στη μείωση των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας, καθώς θα αποσυσσωρεύεται φυσικό κεφάλαιο, και στην αναπόφευκτη χρονική καθυστέρηση για την επαναφορά και εδραίωση του αναγκαίου θετικού κλίματος.

Ο έτερος μηχανισμός είναι ένας μηχανισμός καθαρά από την πλευρά της ζήτησης, που υπό συνθήκες μπορεί να δράσει ανασχετικά της ύφεσης. Κατά τη διάρκεια του lockdown οι καταναλωτικές τάσεις των ιδιωτών περιορίζονται, με αποτέλεσμα αφενός την αναπόφευκτη αύξηση της αποταμίευσης, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία των καταθέσεων των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων (αύξηση κατά €4,3 δισ. τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο), και αφετέρου τη συσσώρευση ενός σημαντικού αποθέματος αναβληθείσας κατανάλωσης. Εφόσον οι συνθήκες το ευνοήσουν, η αναβληθείσα αυτή κατανάλωση δύναται να πραγματοποιηθεί μαζικά, ενισχύοντας δυναμικά τη ζήτηση. Στο βαθμό που η συσσωρευμένη συνολική ζήτηση δεν καλυφθεί από εισαγόμενα αγαθά και υπηρεσίες, έχει τη δύναμη να ωθήσει μια οικονομία σαν την ελληνική –που στηρίζεται κυρίως στη ζήτηση–  σε γρήγορη επανεκκίνηση. Ως επακόλουθο, οι προσδοκίες θα βελτιωθούν και θα απελευθερωθεί ακόμα περισσότερη από την αναβληθείσα κατανάλωση, ανατροφοδοτώντας έτσι τον εν λόγω μηχανισμό και δημιουργώντας έναν, αυτήν τη φορά, ενάρετο κύκλο. Ο κύκλος αυτός, εξ ορισμού, δεν είναι ικανός να αντιστρέψει τις άμεσες αρνητικές επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων στην οικονομία, όπως η απώλεια της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια του lockdown. Παρ’ όλα αυτά, μπορεί να συγκρατήσει τις ακόλουθες αρνητικές επενέργειές του και να βοηθήσει στη ταχύτερη επανεκκίνηση της οικονομίας. 

Οι αναφερόμενες συνθήκες, υπό τις οποίες μπορεί να ενεργοποιηθεί αυτός ο θετικός μηχανισμός, αφορούν στις οικονομικές δυνατότητες των καταναλωτών στο παρόν, καθώς και στο αίσθημα ασφάλειάς τους για το μέλλον· αυτά, δηλαδή, που ονομάζουμε τυπικά "καταναλωτική εμπιστοσύνη". Εάν με το πέρας του lockdown οι καταναλωτές δεν νιώθουν εργασιακά ή μισθολογικά επισφαλείς, δεν φοβούνται για το μέλλον και δεν έχουν άλλους λόγους να επιφυλάσσονται15, θα απελευθερώσουν αυτό το απόθεμα της αναβληθείσας κατανάλωσης. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι καθόλου απλό να επιτευχθούν. Απαιτείται η μέγιστη διατήρηση των οικονομικών δυνατοτήτων των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια του lockdown και η εδραίωση ενός γενικευμένου ευνοϊκού αισθήματος μετά από αυτό. Αίσθημα που μπορεί να πηγάζει από το γεγονός ότι η κρίση έχει παρέλθει και δεν ελλοχεύουν άλλοι οικονομικοί κίνδυνοι στο προσεχές μέλλον ή από τη θεσμική εμπιστοσύνη ως προς τη διαχείρισή τους. Εάν το πρώτο φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολο και δημοσιονομικά δαπανηρό, πρέπει να επισημανθεί ότι το δεύτερο είναι εξαιρετικά δυσκολότερο, εξαιτίας του καταιγισμού αρνητικών εκτιμήσεων και των συνεχών αναθεωρήσεών τους, που αποτελούν τροχοπέδη για την διάδοση ενός τέτοιου κλίματος.

Το παραπάνω σύστημα μηχανισμών είναι εξ ορισμού ασταθές. Εάν, για κάποιο λόγο, κάποια στιγμή, ο ένας εκ των δύο αυτών αντίρροπων μηχανισμών κερδίσει έδαφος, τότε ισχυροποιείται ο ίδιος και εξασθενεί τον άλλο, με αποτέλεσμα τελικά να κυριαρχήσει και να τραβήξει την οικονομία προς τη ροπή του. Από τους δύο αυτούς μηχανισμούς, στην παρούσα συγκυρία φαίνεται ότι μόνο ο πρώτος μηχανισμός είναι ενεργός στην ελληνική οικονομία και άρα εκ των πραγμάτων είναι ισχυρότερος. Αυτό συμβαίνει διότι η καταναλωτική εμπιστοσύνη, που είναι η προϋπόθεση ενεργοποίησης του δεύτερου, δεν έχει ακόμα αποκατασταθεί, όπως φαίνεται και από τα στοιχεία που παρατίθενται παραπάνω. Επομένως, η ελληνική οικονομία αυτήν την στιγμή βρίσκεται σε μια οριακή κατάσταση, μη κυριαρχίας κάποιου μηχανισμού. Αν αφεθεί, όμως, ως έχει, ο αρνητικός μηχανισμός θα δράσει ανεξέλεγκτα, θα ανατροφοδοτηθεί, θα εξουδετερώσει οριστικά τον θετικό και ο ακόλουθος φαύλος κύκλος θα την ωθήσει σε μια πολύ βαθιά ύφεση. Θα πρέπει, λοιπόν, να ληφθούν εγκαίρως όλα τα δυνατά μέτρα που θα αναχαιτίζουν το φαύλο κύκλο και θα ενισχύουν τις αναγκαίες συνθήκες του θετικού μηχανισμού, μέχρις ότου να ενεργοποιηθεί και ο ενάρετος κύκλος.

Συγκεκριμένα, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην οικονομική ανακούφιση των επιχειρήσεων που πλήττονται, ανάλογα με τον βαθμό έκθεσής τους στην παρούσα κρίση και ιδιαίτερα στους κλάδους εντάσεως εργασίας, προκειμένου να παραμείνουν ενεργές και να μην προβούν σε απολύσεις. Η οικονομική αυτή βοήθεια των επιχειρήσεων είναι απαραίτητο να είναι αρκετά υψηλή, να δοθεί γρήγορα χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, και να καταμεριστεί σε επιμέρους μέτρα και δράσεις που θα έχουν καθοριστεί bottom-up, ήτοι από τις ειδικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες του κάθε υποβοηθούμενου κλάδου. Αυτό είναι το πρώτο και το κυριότερο ανάχωμα στο μηχανισμό ανατροφοδότησης του φαύλου κύκλου. Επιπλέον αυτού, όμως, θα ήταν άριστο να δημιουργηθούν και περαιτέρω δίαυλοι, όχι απαραίτητα οικονομικής φύσεως, ενίσχυσης του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε να προβούν σε όλες τις απαραίτητες διαρθρωτικές και τεχνολογικές αλλαγές που θα τις καταστήσουν εξωστρεφείς, καινοτόμες και ανταγωνιστικές στην μετά-κορωνοϊό εποχή.

Παράλληλα, ως προς την ενίσχυση του θετικού μηχανισμού, πρωταρχικό ρόλο έχει η εμπέδωση του αισθήματος εργασιακής και μισθολογικής ασφάλειας. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινούνται τόσο η διενεργούμενη πολιτική υποκατάστασης των απολύσεων με ένα νέο καθεστώς αναστολής της σύμβασης εργασίας και επιδότησης του εργαζόμενου για όσο καιρό βρίσκεται σε αυτό, όσο και η πολιτική αποθάρρυνσης των επιχειρήσεων από τη διενέργεια απολύσεων. Η αποδοτικότητα των μέτρων αυτών, ως προς την εδραίωση του αισθήματος της εργασιακής ασφάλειας, μένει να φανεί όταν θα ανακοινωθούν τα επίσημα στατιστικά δεδομένα για την ανεργία τους μήνες Μάρτιο έως Μάιο από την ΕΛΣΤΑΤ. Τα έως τώρα δεδομένα, από το σύστημα της Εργάνης, είναι μάλλον ενθαρρυντικά. Όπως και να έχει, η πολιτική αυτή θα πρέπει να συνεχιστεί, ή ακόμα και να επαυξηθεί εφόσον αυτό χρειαστεί, ως το πέρας της κρίσης. Εκτός τούτου, όμως, θα πρέπει να εξουδετερωθεί η μεγάλη παγίδα των εισαγωγών. Κάθε πολιτική τόνωσης της ζήτησης είναι καταδικασμένη να αποτυγχάνει, εάν αυτή διοχετεύεται εν τέλει προς το εξωτερικό, μέσω των εισαγωγών. Αυτή, μάλιστα, είναι μια διαχρονική παθογένεια της ελληνικής οικονομίας. Συνεπώς, είναι κρίσιμης σημασίας να δοθούν κίνητρα ώστε η όποια συσσωρευμένη τάση προς κατανάλωση να διοχετευθεί στην ελληνική αγορά και τα ελληνικά προϊόντα, προκειμένου να ανατροφοδοτηθεί ο θετικός μηχανισμός. Οι δράσεις προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να κυμαίνονται από τη δημοσιονομική ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας συγκεκριμένων κλάδων, έως την παρακίνηση για την κατανάλωση εγχώριων προϊόντων. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να ενταχθούν και δράσεις τόνωσης του εσωτερικού τουρισμού, προς αναπλήρωση του σε μεγάλο βαθμό χαμένου εξωτερικού, προκειμένου ο κλάδος αυτός, που είναι εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας για την ελληνική οικονομία, να αντέξει τη μάλλον καταστροφική φετινή σεζόν.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ο ελλοχεύων κίνδυνος αυτή η οικονομική κρίση, που προς το παρόν συνίσταται σε μία έντονη αρνητική διαταραχή στην προσφορά και στη ζήτηση, να μεταμορφωθεί σε μια νέα δημοσιονομική κρίση. Στην περίπτωση που η πλάστιγγα γείρει έντονα υπέρ του φαύλου κύκλου, και κατά συνέπεια θιγεί η παραμικρή δυνατότητα του ενάρετου μηχανισμού να περιορίσει έστω και εν μέρει τη μεγάλη ύφεση, η κρίση θα υπερβαίνει πλέον τις μέγιστες αντοχές της ελληνικής οικονομίας και τη μέγιστη χωρητικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής και έτσι ένας επιπλέον μηχανισμός, αυτός της γνωστής μας κρίσης χρέους, θα ενεργοποιηθεί, υποσκάπτοντας κάθε ελπίδα για επάνοδο άνευ σημαντικής εξωτερικής βοήθειας –νέο μνημόνιο.

Εν κατακλείδι, η χώρα μας βρίσκεται στα μέσα μιας πολύ δύσκολης διπλής δοκιμασίας: της επιδημιολογικής και συνεπακόλουθης οικονομικής κρίσης. Η έως τώρα διαχείριση του πρώτου μέρους της από την ελληνική πολιτεία κρίνεται μάλλον αποτελεσματική. Το έτερο όμως μέρος της είναι τεχνικά περισσότερο απαιτητικό, εξαιτίας της μεγαλύτερης πολυπλοκότητας και των αλληλοσυσχετίσεων των διαθέσιμων μέτρων πολιτικής για την οικονομία. Για τον λόγο αυτό οι ιθύνοντες χάραξης πολιτικής καλούνται να σταθμίσουν με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή και ακρίβεια όλα τα διαθέσιμα στοιχεία πριν πάρουν τις απαραίτητες αποφάσεις. Ένας ανέλπιστος βοηθός σε αυτήν τη διαδικασία είναι ένα χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας που αποτελεί ταυτόχρονα ένα διαχρονικό και δομικό πρόβλημά της: η μεγάλη εξάρτηση από την εγχώρια ζήτηση. Την ώρα που οι περισσότερες χώρες αναγνωρίζουν την ανάγκη αξιοποίησης του μηχανισμού της ενεργούς ζήτησης, προκειμένου να αποφύγουν το αρνητικό σπιράλ της ύφεσης, η οικονομία μας διαθέτει έναν από τους ισχυρότερους μηχανισμούς ζήτησης στον δυτικό κόσμο. Επιπλέον, η χαμηλή έκθεση της ελληνικής μεταποίησης (βιομηχανίας) σε διεθνείς αλυσίδες αξίας και γενικότερα ο μικρός βαθμός εξωστρέφειας των επιχειρήσεων μειώνουν τον κίνδυνο ενός ιλιγγιώδους bailout. Με άλλα λόγια, ένα διαρκές μειονέκτημα της ελληνικής οικονομίας καθίσταται σε τρέχον πλεονέκτημα. Ένας άλλος, αναπάντεχος, βοηθητικός παράγοντας είναι η κατανομή που είχε η επιδημιολογική κρίση στην Ευρώπη. Στη δυσκολότερη περίσταση που θα μπορούσε να βρεθεί ο ελληνικός τουρισμός, συνέπεσε δύο από τις χώρες με τη χειρότερη υγειονομική εξέλιξη της πανδημίας να είναι οι βασικοί μας τουριστικοί ανταγωνιστές: η Ιταλία και η Ισπανία. Αυτοί είναι μεταξύ άλλων δύο παράγοντες που είναι σκόπιμο η χώρα μας να προσπαθήσει να αξιοποιήσει προς όφελος της στο προσεχές διάστημα, προκειμένου να ενεργοποιήσει τον θετικό μηχανισμό που θα πυροδοτήσει τον ενάρετο κύκλο.

Παραπομπές

1. Όπως η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ για συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες (ποτά, μεταφορές, μη αλκοολούχα ποτά, εισιτήρια κινηματογράφων), η επέκταση του μέτρου οικονομικής ενίσχυσης και σε άλλες νομικές μορφές εταιρειών (π.χ. τα ΚΤΕΛ), η επέκταση της μείωσης μισθώματος για επιχειρήσεις που πλήττονται, η παράταση προθεσμιών καταβολής βεβαιωμένων οφειλών στις ΔΟΥ. Επιπλέον, αυξάνεται το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά 1,25 δισ. και διαμορφώνεται πλέον στα 8 δισ. ευρώ για το 2020, με σκοπό τη λήψη άμεσων και έκτακτων δράσεων που σχετίζονται με την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας.

2. Για μια προγενέστερη καταγραφή και λεπτομερέστερη ανάλυση των εκτιμήσεων βλ. Εκτιμήσεις Και Προσδοκίες: Η Ελληνική Οικονομία Μετά Την Πανδημία.

3. Βλέπε QUEST macroeconomic model. Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν δύο έτερα μακροοικονομικά μοντέλα (το Bayesian VAR model και το Trade-SCAN model) με δικές τους εισροές και με παρόμοια τελικά αποτελέσματα.

4. Συγκεκριμένα, το δεύτερο σενάριο του ΟΟΣΑ προβλέπει ένα νέο κύμα έξαρσης της COVID-19 το δίμηνο Οκτώβριο-Νοέμβριο, εξαιτίας των κλιματολογικών συνθηκών του βορείου ημισφαιρίου και της ανεπαρκούς ανοσοποίησης του πληθυσμού των χωρών που βρίσκονται εκεί. Το επακόλουθο lockdown υποτίθεται ότι θα έχει τη μισή περίπου διάρκεια από το προηγούμενο. Ο οργανισμός θεωρεί τα δύο επιμέρους σενάρια ως ίσης πιθανότητας, ενώ επιφυλάσσεται ως προς τον κίνδυνο που ενέχει το ενδεχόμενο επιπλέον (πέραν του δεύτερου κύματος) έξαρσης της νόσου.

5. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ (2020), "OECD Tourism Trends and Policies 2020", που χρησιμοποιεί στοιχεία του 2018. Στην έκθεση αυτή, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι ο τουρισμός παράγει το 6,8% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στο 5,9% του ΑΕΠ, καθώς η συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία αποτελούσε το 87,05% του ΑΕΠ για το 2018.

6. Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (2020), "Regional Economic Prospects, April 2020, COVID-19: From Shock to Recovery".

7. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι το άθροισμα του εμπορικού ισοζυγίου (έσοδα από καθαρές εξαγωγές), του ισοζυγίου εισοδημάτων και του ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων.

8. Ωστόσο εάν αφαιρεθεί από αυτό ο λογαριασμός "Υποχρεώσεις σχετιζόμενες με μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία (που συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στη λογιστική)", η εξ υπολοίπου μεταβολή τους είναι θετική κατά 2,9% (€4,9 δισ.).

9. Το αναθεωρημένο επίσημο ποσοστό ανεργίας για τον Φεβρουάριο του 2020 ήταν 15,9%.

10. Εφόσον η διάρκεια της αναστολής είναι μικρότερη από 3 μήνες ή αν λαμβάνουν περισσότερο από το 50% των αποδοχών τους.

11. Αν, όμως, και πάλι αφαιρέσουμε το λογαριασμό "Υποχρεώσεις σχετιζόμενες με μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία (που συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στη λογιστική)", η εξ υπολοίπου μεταβολή τους είναι αρνητική κατά 1,5% (€2,5 δισ.).

12. Καθότι οι απολύσεις τελούν υπό περιορισμό για συγκεκριμένες επιχειρήσεις, βάσει του αρ. 11 της ΠΝΠ 68 /20.03.2020: "οι επιχειρήσεις-εργοδότες, που τελούν σε αναστολή της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, κατόπιν εντολής δημόσιας αρχής, και για όσο χρονικό διάστημα διαρκούν τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού COVID-19, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία των συμβάσεων εργασίας. Σε περίπτωση πραγματοποίησής τους, οι καταγγελίες αυτές είναι άκυρες. Ως ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος ορίζεται η 18η Μαρτίου 2020."

13. Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος είναι ένας σύνθετος μηνιαίος δείκτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος αποδίδει τις προσδοκίες των επιμέρους συνιστωσών της οικονομίας ως προς την προσεχή πορεία της. Ο δείκτης αυτός, εκ κατασκευής, διαθέτει μια διαχρονική-διακρατική μέση τιμή στο επίπεδο των 100 μονάδων και τυπική απόκλιση τις 10 μονάδες· το οποίο συνεπάγεται ότι μια τιμή της τάξεως του 100 αποδίδει μια ουδέτερη κατάσταση ως προς τις προσδοκίες των συντελεστών της οικονομίας, ενώ μια απόκλιση μίας, μιάμιση ή δύο τυπικών αποκλίσεων από αυτήν ερμηνεύει ολοένα και πιο έντονες θετικές ή αρνητικές προσδοκίες για την πορεία της οικονομίας.

14. Ο καθαρός δανεισμός μιας επιχείρησης ορίζεται ως η διαφορά του συνολικού δανεισμού της από τα συνολικά ρευστά διαθέσιμά της.

15. Σύμφωνα με την έρευνα της διαΝΕΟσις 'Πώς Ζουν Οι Έλληνες Στην Πανδημία", οι Έλληνες δήλωσαν κατά τη διάρκεια του lockdown ότι αισθάνονται αισιόδοξοι σε ποσοστό 40% και ότι τα πράγματα στη χώρα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση σε ποσοστό 86%, αλλά σε ποσοστό 41% δήλωσαν ότι τα εισοδήματά τους είχαν μειωθεί και σε ποσοστό 47% ότι δεν συνέχιζαν να εργάζονται κανονικά, έστω και εξ αποστάσεως.