Αρθρογραφια |

H Covid-19 Και Η Απασχόληση Στην «Οικονομία Των Επί Μέρους Παραδοτέων» Στην Ελλάδα

Μία ανάλυση για τις προοπτικές της οικονομίας και της "εργασίας των επί μέρους παραδοτέων" (την επονομαζόμενη "gig economy") στην Ελλάδα από τους Καθηγητές Δημήτρη Α. Σωτηρόπουλο και Αστέρη Χουλιάρα.

H πλατεία Συντάγματος είναι γεμάτη ποδήλατα και μηχανές με ομοιόμορφα ντυμένους νέους. Στα ποδήλατα και τις μοτοσυκλέτες τους υπάρχουν μεγάλα τετράγωνα κουτιά που φέρουν τα logos πλατφορμών διανομής φαγητού, όπως η διεθνής Wolt και η ελληνική E-Food.  Μπροστά τους μερικά ταξί περιμένουν κλήσεις από την ελληνικής επινόησης Taxibeat. Λίγο πιο κάτω, στο Κουκάκι, τα διαμερίσματα Airbnb έχουν πολλαπλασιαστεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια, αλλάζοντας τον χαρακτήρα της γειτονιάς -αν και στην εποχή του κορωνοϊού η αγορά αυτή έχει (μάλλον προσωρινά) καταρρεύσει. Στα διαμερίσματα των μόνιμων κατοίκων υποψήφιοι για τις πανελλαδικές διδάσκονται τα "ιδιαίτερα" μαθήματά τους μέσα από πλατφόρμες, όπως η Webex, το Zoom, το Google Meet, το Skype και το Viber. Είναι προφανές ότι πολλά αλλάζουν -ή καλύτερα πολλά έχουν ήδη αλλάξει.   

Η "οικονομία Gig"

Με βάση στοιχεία του Online Labour Index της Οξφόρδης, στις αναπτυγμένες οικονομίες, μεταξύ 2016 και 2019, υπήρχε αυξημένη ζήτηση για εξωτερικούς συνεργάτες εταιρειών, ανεξάρτητους "υπεργολάβους" και ελεύθερους επαγγελματίες (freelancers) που εργάζονται μέσω του ίντερνετ. Πρόκειται για απασχόληση στην οικονομία επί μέρους παραδοτέων αγαθών και υπηρεσιών (gig economy, στο εξής οικονομία επί μέρους παραδοτέων). H απασχόληση σε αυτήν δεν είναι απαραίτητα περιστασιακή, αφού έτσι δραστηριοποιούνται και επιχειρηματίες και αυτοαπασχολούμενοι με λίγο-πολύ σταθερό ύψος παραγγελιών για παραδοτέα. Στην Ευρώπη η αύξηση της εν λόγω απασχόλησης ήταν μικρότερη από ό,τι στις ΗΠΑ, πάντως κι εκεί εμφανής.

Η πανδημία συνέπεσε με την εξέλιξη μιας διεθνούς συζήτησης, που λαμβάνει χώρα εδώ και μερικά χρόνια, για το πώς οι διευρυνόμενες μορφές εργασίας που επικεντρώνονται στην υλοποίηση επί μέρους παραδοτέων "κομματιών" ("gigs") ενός ευρύτερου έργου μεταβάλλουν το εργασιακό περιβάλλον και τις ευκαιρίες απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και στον λεγόμενο "τρίτο τομέα" (κοινωνία πολιτών). Η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τις διασυνδέσεις εργασίας και καινοτομίας στα πλαίσια της αναδυόμενης οικονομίας επί μέρους παραδοτέων. Η τελευταία περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα επαγγελμάτων από την ανάπτυξη λογισμικού και τα γραφικά ενός βιντεοπαιχνιδιού έως τη μετάφραση βιβλίων και τους "ντελιβεράδες".

Η εμφάνιση αυτής της νέας οικονομικής δραστηριότητας σηματοδοτεί τη μετάβαση από παραδοσιακές μορφές απασχόλησης σε πιο ευέλικτες -και συχνά πιο αβέβαιες- μορφές εργασίας (Torpey και Hogan 2016, OECD 2019). Βέβαια το φαινόμενο δεν είναι καθόλου νέο, καθώς πολλοί εργαζόμενοι στην οικοδομή, τις μεταφορές, τον κινηματογράφο και τη μη τυπική εκπαίδευση πάντοτε δούλευαν με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, χάρη στην τηλεργασία, η απασχόληση επί μέρους παραδοτέων επεκτείνεται και σε άλλους κλάδους.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η τηλεργασία έχει κάποια οφέλη. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι αυξάνει την παραγωγικότητα κατά τουλάχιστον 20%, λόγω της εξοικονόμησης χρόνου από την κατάργηση της ανάγκης μετακινήσεων και την πιο εστιασμένη εργασία. Και οι εργαζόμενοι στην τηλεργασία πιθανόν είναι ευχαριστημένοι, επειδή έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο (μ.ό. 155 ώρες ετησίως). Ποιες είναι, όμως, οι συνέπειες για εργοδότες και εργαζόμενους από τον διευρυνόμενο συνδυασμό της οικονομίας των επί μέρους παραδοτέων με την τηλεργασία; 

Οι απόψεις διίστανται. Η "οικονομία επί μέρους παραδοτέων" εκλαμβάνεται είτε θετικά λόγω της αυξημένης παραγωγικότητας μέσω της καινοτομίας και της τηλεργασίας, αλλά και της μεγαλύτερης ελευθερίας και κινητικότητας επιχειρήσεων και εργαζομένων, είτε αρνητικά ως διεύρυνση της εργασιακής ανασφάλειας και περιορισμού των εργασιακών δικαιωμάτων.

Η πανδημία μείωσε τη ζήτηση και επομένως επηρέασε αρνητικά πολλές θέσεις εργασίας στην οικονομία επί μέρους παραδοτέων παγκοσμίως, καθώς πολλοί εργαζόμενοι με "μηδενικές συμβάσεις" έχασαν τη δουλειά τους. Εταιρείες στον τομέα των μεταφορών (Uber, Lyft) είδαν τον όγκο εργασιών τους να μειώνεται δραματικά, άλλες όμως (π.χ., στο ηλεκτρονικό εμπόριο) τον είδαν να αυξάνεται Στις 8 Μάϊου 2020, το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε ότι η ανεργία τον Φεβρουάριο 2020 ήταν 3,5%, αλλά τον Απρίλιο είχε φτάσει στο 14,7%.

Όμως η πανδημία θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, κυρίως στη λεγόμενη "οικονομία της πλατφόρμας" (platform-based economy). Ίσως η Ελλάδα, με τις πολλές μικρές επιχειρήσεις θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την ευελιξία και την προσαρμοστικότητά τους και να κάνει μεγάλα βήματα προς την οικονομία της πλατφόρμας, μετατρέποντας την πανδημία από πρόβλημα για την εύθραυστη οικονομία της σε ευκαιρία. Πάντως, για να επηρεάσει θετικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, η "απασχόληση επί μέρους παραδοτέων" εδώ θα πρέπει να απευθύνεται σε αγοραστικό κοινό στο εξωτερικό.

Είδος απασχόλησης και εργασιακά δικαιώματα

Οι πολλοί κίνδυνοι για τους εργαζόμενους περιλαμβάνουν την υποβάθμιση της εργασίας σε όφελος του κεφαλαίου και την αποσάθρωση του κράτους πρόνοιας (Crouch 2019). Οι συμβάσεις εργασίας "με το κομμάτι" στην "οικονομία επί μέρους παραδοτέων" ίσως επιτείνουν την ασυμμετρία ισχύος ανάμεσα στον εργοδότη και στον εργαζόμενο που του προσφέρει την εργασία του. Ο δεύτερος, καθώς δεν είναι τυπικά μισθωτός, δεν απολαμβάνει δικαιώματα όπως, μεταξύ άλλων, ελάχιστο μισθό, υπερωριακές αμοιβές, ασφάλιση, άδειες. Ταυτόχρονα, πολλές από τις επιχειρήσεις επί μέρους παραδοτέων λειτουργούν σε ένα αρρύθμιστο περιβάλλον, δηλαδή ελλείψει θεσμικού πλαισίου έχουν περισσότερες δυνατότητες από ό,τι οι συνήθεις επιχειρήσεις να αυθαιρετήσουν σε πολλούς τομείς, πέραν των εργασιακών σχέσεων.

Οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας, όμως, πιθανότατα θα επαναφέρουν την απασχόληση στην παραπάνω οικονομία ως διέξοδο. Οι εργαζόμενοι χαμηλών δεξιοτήτων κινδυνεύουν περισσότερο να βρεθούν άνεργοι από τους περισσότερο εξειδικευμένους οι οποίοι μπορούν να εργαστούν από το σπίτι. Εταιρείες βασισμένες σε διαδικτυακές πλατφόρμες, όπως η Instacart και η Uber, είχαν ήδη -προ της πανδημίας- περικόψει αμοιβές επιβάλλοντας λιγότερο ευνοϊκούς όρους εργασίας. Αυτό, ωστόσο, είχε ευνοήσει τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις όπως η Gig Workers Collective (GWC). Μάλιστα τέτοιοι εργαζόμενοι έχουν πειραματιστεί με νέους τρόπους συλλογικών δράσεων, όπως το "κλείσιμο" των apps σε συγκεκριμένο χρόνο ή τη συλλογική άρνηση να ανταποκριθούν στη ζήτηση επί μέρους παραδοτέων (Εconomist 2020). Σ' αυτόν τον ακτιβισμό ευτυχώς βρίσκουν την υποστήριξη πολλών αγοραστών μετοχών στα χρηματιστήρια που επενδύουν σε εταιρείες που έχουν υψηλούς "κοινωνικούς δείκτες" -που νοιάζονται δηλαδή για την ευημερία των εργαζομένων τους. Συνοπτικά και παρά την αρνητική αντίδραση των παραδοσιακών εργατικών συνδικάτων στη νέα μορφή απασχόλησης, δεν είναι προδιαγεγραμμένη η υπεροχή της μίας πλευράς, δηλαδή της εργοδοσίας, έναντι της άλλης. 

Εταιρείες στον τομέα επί μέρους παραδοτέων συχνά κατηγοριοποιούν τους εργαζομένους τους ως "ανεξάρτητους ανάδοχους έργου", στερώντας τους από καλοκαιρινές ή γονικές άδειες και ασφάλιση. Ωστόσο, με τη ζήτηση για υπηρεσίες επί μέρους παραδοτέων να αυξάνεται στην περίοδο της πανδημίας (π.χ. υπηρεσίες courier και delivery), αρκετές από αυτές τις εταιρείες έχουν αρχίσει να προσφέρουν υγειονομική περίθαλψη στους εργαζόμενούς τους.

Όσον αφορά τις αμοιβές και την ικανοποίηση από την εργασία, οι σχετικές μελέτες είναι αντιφατικές. Παρόλη τη συζήτηση για "εργαζόμενους χωρίς δικαιώματα και προστασία", αναφέρεται ότι οι εργαζόμενοι στον τομέα επί μέρους παραδοτέων μάλλον είναι ευχαριστημένοι, ενώ οι αμοιβές τους δεν φαίνεται να είναι χαμηλότερες από μισθωτούς με αντίστοιχες δεξιότητες (Telegraph 2019). Επίσης, γυναίκες που φροντίζουν ηλικιωμένους ή παιδιά, θεωρούν ότι η απασχόληση επί μέρους παραδοτέων είναι διέξοδος για συμπληρωματικό εισόδημα. Ωστόσο, το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (Berg et al. 2019) διαπίστωσε ότι εργαζόμενοι που δουλεύουν για πολυεθνικές ψηφιακές πλατφόρμες, εκτελώντας κυρίως εργασίες ρουτίνας για επί μέρους παραδοτέα, έχουν συγκριτικά χαμηλότερες αμοιβές από εργαζόμενους με παραδοσιακές μορφές τυπικής απασχόλησης. Όσο περισσότερο εξαρτάται το συνολικό εισόδημά τους από τέτοιου είδους απασχόληση (αντί να είναι απλά συμπληρωματικό εισόδημα), τόσο περισσότερο είναι ακάλυπτοι ως προς τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα. Επιπλέον, με τη γεωγραφική απόσταση εργοδότη-εργαζόμενου, διατρέχουν τον κίνδυνο να απορριφθεί το παραδοτέο τους χωρίς δικαιολογία ή συζήτηση με τον εργοδότη και να μείνουν απλήρωτοι.

H Eλλάδα και η απασχόληση τύπου "επί μέρους παραδοτέων"

Παρότι μπορεί να υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας και τους παρεπόμενους κινδύνους ελλιπούς προστασίας της, η απασχόληση τύπου "επί μέρους παραδοτέων" είναι μια μορφή αυτοαπασχόλησης. Η Ελλάδα διατηρεί τα πρωτεία σε ολόκληρη την Ευρώπη όσον αφορά την αναλογία των αυτοαπασχολουμένων στο σύνολο των απασχολουμένων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (2020) η αναλογία στη χώρα μας είναι 29% για το 2019, με μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 14%. Η συγκεκριμένη "πρωτιά" αποτελεί σοβαρό διαχρονικό πρόβλημα, καθώς ο υψηλός συντελεστής αυτοαπασχόλησης συνδέεται με την εκτεταμένη φορο/εισφορο-διαφυγή.

Η αυτοαπασχόληση με πρόσδεση του απασχολούμενου σε έναν εργοδότη και προσαρμογή του στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη είναι διαδεδομένη στη χώρα μας. Είναι το  φαινόμενο των εργαζόμενων "με μπλοκάκι" (δελτίο παροχής υπηρεσιών) για τους οποίους υπάρχει σχετική, αν και μάλλον ανεπιτυχής, νομοθετική μέριμνα (που δεν μπορεί να αναλυθεί εδώ). Οι εργαζόμενοι "με μπλοκάκι" ανταποκρίνονται κυρίως στην εσωτερική ζήτηση και δεν συμβάλλουν στην ανακατεύθυνση της οικονομίας προς εξαγώγιμες, εμπορεύσιμες υπηρεσίες και προϊόντα (tradeables), μια στροφή που τόσο ανάγκη έχει η χώρα.

Πάντως, η απασχόληση στην οικονομία επί μέρους παραδοτέων δεν είναι καινοφανής στην Ελλάδα. Όπως γράφει ο Πάνος Τσακλόγλου: "Οι τάσεις προς την τηλεργασία και το ηλεκτρονικό εμπόριο προϋπήρχαν της πανδημίας και σίγουρα στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα μπορεί να ενισχυθούν, ειδικά αν αυτές θεωρηθούν αμοιβαία επωφελείς μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων (το πρώτο) ή καταναλωτών και εμπόρων (το δεύτερο). Όμως, δεν νομίζω ότι στο αμέσως επόμενο διάστημα οι τάσεις αυτές θα απειλήσουν τα ‘κυρίαρχα παραδείγματα’".

Πιθανόν, στη διάρκεια της πανδημίας, οι ανωτέρω τάσεις να μην απειλήσουν τα παραδοσιακά πρότυπα ως προς το είδος και τη διάρκεια των συμβάσεων εργασίας. Για παράδειγμα, το 2018 μόλις το 75% των Ελληνικών νοικοκυριών είχαν πρόσβαση στο ίντερνετ (το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την εξαίρεση της Βουλγαρίας. Eurostat 2019). Tο 2017 το 67% των Ελλήνων έκανε τακτική χρήση του ίντερνετ, έναντι 81% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το ποσοστό ήταν πιθανότατα μικρότερο ιδίως στις μεσαίες και μεγαλύτερες ηλιακές ομάδες, σε αυτές δηλαδή όπου εντοπίζεται το πρόβλημα της μακροχρόνιας ανεργίας. Στο μεταξύ, το 2017 οι ειδικοί στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στην Ελλάδα ήταν μόλις το 1,4% των απασχολούμενων έναντι του 3,7% του ευρωπαϊκού μέσου όρου (European Commission 2018).

Ωστόσο, στην Ελλάδα η σχεδιασμένη μετάβαση σε ψηφιακές μορφές εργασίας θα μπορούσε να είναι μια νέα επιλογή στην πολιτική απασχόλησης, εφόσον συνδυαστεί με εξασφάλιση κοινωνικής προστασίας των εργαζομένων (ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ασφαλιστική κάλυψη).

Η απασχόληση στον τομέα επί μέρους παραδοτέων δεν αφορά μόνο την περίπτωση εργαζόμενων "με μπλοκάκι". Αφορά και τους επιχειρηματίες στον ίδιο τομέα, ειδικά όσους ανοίξουν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις επί μέρους παραδοτέων. Οι ερευνήτριες Μαρίλη Μέξη και Χαρά Κόκκινου έχουν δείξει ότι -μετά την εμφάνιση της πανδημίας- κυβερνήσεις αναγνώρισαν γρήγορα τα νέα προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ήδη σε άλλες χώρες λαμβάνονται επιπλέον μέτρα για την υποστήριξη της ψηφιακής λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Μεταξύ άλλων, οι χώρες αυτές είναι η Αργεντινή, η Κίνα, η Ιταλία, η Κορέα και η Λετονία.

Πάντως, ήδη πριν από την πανδημία, το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο δεν δημιουργούσε πολλές και καλές θέσεις απασχόλησης. Η μισθωτή εργασία καρκινοβατούσε, καθώς αυξάνονταν οι θέσεις μερικής απασχόλησης, ενώ πολλές καινούργιες επιχειρήσεις άνοιγαν στον τομέα της εστίασης και άλλους τομείς που απευθύνονταν, πάλι, στην εσωτερική ζήτηση.

Τα δίδυμα ελληνικά προβλήματα της αναιμικής απασχόλησης και επίμονης ανεργίας παρέμεναν. Σύμφωνα με στοιχεία του Απριλίου 2020, το ποσοστό απασχόλησης των Ευρωπαίων ηλικίας 20-64 ετών ήταν 73%. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα ήταν μόλις 61% (Eurostat Εmployment Statistics 2020). Kαι παρά τη βελτίωση των δεικτών ανεργίας, η ανεργία στην χώρα μας παρέμενε τον Οκτώβριο του 2019 στο 16,7% έναντι 7,5% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Οι χαμηλές επιδόσεις της Ελλάδας εξηγούνται, όπως είναι γνωστό, όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και εξαιτίας χρόνιων αδυναμιών του ελληνικού οικονομικού «μοντέλου». Με την κρίση της πανδημίας, τα ίδια φαινόμενα πιθανόν θα οξυνθούν.

Όπως το θέτει ο Μάνος Ματσαγγάνης: «οικονομίες που εξειδικεύονται στις προσωπικές υπηρεσίες, με χαμηλή ικανότητα είσπραξης φόρων, μεγάλο ποσοστό αυτό-απασχόλησης και κενά στο σύστημα υγείας, είναι πιο ευάλωτες τόσο στην ίδια την πανδημία όσο και στις οικονομικές της συνέπειες. Σε παγκόσμια κλίμακα, τα θλιβερά πρωτεία σε αυτό το διαγωνισμό ευπάθειας κατέχουν αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα πλασάρεται στις πρώτες θέσεις».

Άρα και πριν από την πανδημία υπήρχαν φαινόμενα ανεργίας, ετεροαπασχόλησης, υποαπασχόλησης των νέων, καθώς και «μαύρης» και εποχιακής κακοπληρωμένης εργασίας. Αυτά κατεξοχήν πλήττουν τις προοπτικές απασχόλησης ειδικά των αποφοίτων λυκείου (χωρίς μεταλυκειακή εκπαίδευση) και των πτυχιούχων δεκάδων πανεπιστημιακών τμημάτων τα οποία δεν έχουν την παραμικρή σύνδεση με την αγορά εργασίας. 

Δεν θα πρέπει να παραγνωριστούν οι κίνδυνοι της απασχόλησης εργαζόμενων «με μπλοκάκι» στην οικονομία επί μέρους παραδοτέων. Ωστόσο, από μία πιο αισιόδοξη πλευρά, οι αυτοαπασχολούμενοι μπορεί να αποτελέσουν πλεονέκτημα στη μετάβαση της Ελλάδας στη νέα εποχή της οικονομίας που βασίζεται στις διαδικτυακές πλατφόρμες. Ο Stephan Goetz (2014) έχει υποστηρίξει ότι τα υψηλά ποσοστά αυτοαπασχολουμένων (όλα και όχι μόνο των εργαζόμενων σε ψηφιακές πλατφόρμες) δεν είναι κατ' ανάγκην αρνητικά.

Αντίθετα, μπορεί να έχουν θετικό αντίκτυπο στην απασχόληση, στην αύξηση των εισοδημάτων και, κυρίως, στη μείωση της φτώχειας γιατί εξασφαλίζουν ευελιξία στην αγορά εργασίας και μεγαλύτερη εργασιακή σταθερότητα σε σχέση με τη μισθωτή εργασία -ιδιαίτερα σε περιόδους ύφεσης. Ίσως η άποψη αυτή μπορεί να προσφέρει μια ακόμη ερμηνεία των κοινωνικών αντοχών της Ελλάδας στην περίοδο της κρίσης. Τα υψηλά ποσοστά αυτοαπασχόλησης και η νέα κρίση στην Ελλάδα  μπορεί από ορισμένες πλευρές να αποδειχθούν λιγότερο πρόβλημα και περισσότερο ευκαιρία για να προωθηθεί η oικονομία των επί μέρους παραδοτέων.

Επίλογος: οι προοπτικές στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε όχι μόνο περισσότερους αποφοίτους πληροφορικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά κυρίως περισσότερα μαθήματα και προγράμματα πληροφορικής, marketing και επιχειρηματικότητας στα τμήματα ιατρικών, νομικών, κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών των πανεπιστημίων μας. Ίσως έτσι, μπορούμε να κάνουμε μεγάλα βήματα και πέρα από τις υπηρεσίες delivery ή ταξί συνδεδεμένων με πλατφόρμες. Θα μπορούσαμε να  αποκτήσουμε και περισσότερους απασχολούμενους με υψηλές δεξιότητες που θα προσφέρουν υπηρεσίες online και, γιατί όχι, θα αποκτούν πελάτες και εκτός συνόρων.

Γενικότερα, οι οργανισμοί της χώρας μας που ασχολούνται με την προώθηση των εξαγωγών επικεντρώνονται στην εξαγωγή αγαθών (ελαιόλαδο, φέτα) και όχι υπηρεσιών που μπορεί να προσφέρουν στη χώρα πολλά. Ίσως αυτό οφείλεται στο ότι η παρακολούθηση των εξαγωγών υπηρεσιών είναι πολύ πιο δύσκολη (πρόκειται άλλωστε για ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι στατιστικές υπηρεσίες διεθνώς). Και μια άλλη προκατάληψη είναι η έμφαση στη φυσική παρουσία των εργαζομένων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα.

Παρ' όλ' αυτά, υπάρχει ένας κόσμος ατομικών πρωτοβουλιών που δεν καταγράφεται στις στατιστικές. Για παράδειγμα, αξίζει κανείς να δει την πλατφόρμα upwork.com με έδρα την Καλιφόρνια η οποία είναι ενταγμένη στον Nasdaq με κεφαλαιοποίηση $1,9 δισ. και διασυνδέει ανθρώπους που προσφέρουν υπηρεσίες επί μέρους παραδοτέων με επιχειρήσεις. Αν κάνει κανείς αναζήτηση με τη λέξη Greece, εμφανίζονται αρκετοί νέοι επιστήμονες από την Ελλάδα με τις τιμές που χρεώνουν ανά ώρα και τα ποσά που έχουν κερδίσει μέχρι σήμερα. Ανάμεσά τους Μηχανικοί Αεροναυπηγικής, DevOps και Βιοπληροφορικής, Web Developers, 3D Visualization Experts, Marketing Graphic Designers, Expert Data Analysts, Copywriters κ. ά.

Η Ελλάδα διαθέτει πολλούς νέους με προσόντα που μπορούν να πουλήσουν υπηρεσίες στις διεθνείς αγορές. Ίσως θα τους βοηθούσε αν αναπτύσσαμε καλές εθνικές πλατφόρμες που να προσφέρουν εξειδικευμένες υπηρεσίες στο εξωτερικό και να μην περιοριζόμαστε μόνον σε ιδιωτικές πλατφόρμες που επικεντρώνονται στην προσφορά χειρωνακτικής εργασίας στο εσωτερικό. Ο ΟΑΕΔ θα μπορούσε να αναλάβει τέτοιες πρωτοβουλίες με πλατφόρμες που αφορούν γιατρούς και μηχανικούς από τους οποίους η Ελλάδα διαθέτει πάρα πολλούς.

Στις τελευταίες δεκαετίες η Ελλάδα στήριξε σημαντικό μέρος της οικονομικής προόδου της στην παροχή υπηρεσιών (τουρισμός και ναυτιλία) οι οποίες αποδεικνύονται πολύ ευάλωτες σε διεθνείς κρίσεις. Είναι καιρός να διευρύνει την παροχή εξαγώγιμων, εξειδικευμένων υπηρεσιών και σε άλλους τομείς.

(Οφείλονται ευχαριστίες στους Θοδωρή Γεωργακόπουλο και Μάνο Ματσαγγάνη για τα ουσιαστικά σχόλιά τους στην αρχική μορφή του άρθρου μας).  

*Ο Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και  ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ. Ο Αστέρης Χουλιάρας είναι καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, κάτοχος έδρας Jean Monnet.


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Βerg, Janine et al. (2019), "Working conditions on digital platforms", International Labour Office, 20 Σεπτεμβρίου 2019, https://voxeu.org/article/working-conditions-digital-labour-platforms.

Crouch, Colin (2019), Will the gig economy prevail? Cambridge: Polity.

Economist, The (2020), "Gig workers unite: All worked up", May 9, p. 60.  

European Commission (2018), "Digital Economy and Society Index (DESI)1, 2018, Country Report Greece", (https://ec.europa.eu/information_society/newsroom/image/document/2018-20/el-desi_2018-country-profile_eng_B43FFD54-01E0-8E08-F2E10DCA6B668AAE_52218.pdf)

Eurostat (2019), "Digital economy and society statistics", (https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/pdfscache/33472.pdf)

Eurostat (2020), "Self-employed persons", (https://ec.europa.eu/eurostat/web/products-eurostat-news/-/EDN-20190430-1)

Eurostat Euroindicators (2019), "Euroindicators Newsrelease", 29 Νοεμβρίου 2019, (https://ec.europa.eu/eurostat/documents/2995521/10075437/3-29112019-BP-EN.PDF/749d647b-6961-5d3d-a8c6-8eaca44a539d)

Eurostat Employment Statistics (2020), "EU employment statistics", (https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=Employment_statistics)

Goetz, Stephan J., David A. Fleming, and Anil Rupasingha (2012), "The economic impacts of self-employment." Journal of Agricultural and Applied Economics 44 (3): 315-321.

OECD (2019), Gig Economy Platforms: Boon or Bane?, Economic Department Working Papers, No. 1550, Paris.

Telegraph, The (2019), "The gig economy works: 99pc of people are happy with their contract", 4 Δεκεμβρίου 2019.

Torpey, Elka, and Andrew Hogan (2016) Working in a Gig Economy. Bureau of Labor Statistics, May 2016, (https://www.bls.gov/careeroutlook/2016/article/what-is-the-gig-economy.htm)