Ο βρετανικός Guardian την έχει περιγράψει ως «Πρώτη υπουργό των Αγέννητων», κάτι που ηχεί σαν αξίωμα από μυθιστόρημα της Μάργκαρετ Άτγουντ, αλλά δεν απέχει από την πραγματικότητα. Διότι, η Σόφι Χάου διατέλεσε, μεταξύ 2016-2023, πρώτη στην Ιστορία Επίτροπος για τις Μελλοντικές Γενιές (Future Generations Commissioner), στην πατρίδα της την Ουαλία, την πρώτη χώρα (από τις τέσσερις που συγκροτούν το Ηνωμένο Βασίλειο) που εδραίωσε έναν τέτοιο θεσμικό ρόλο. Αυτό το ιδιαίτερα επιτυχημένο και οραματικό ουαλικό μοντέλο είχε στη συνέχεια διεθνή απήχηση, εμπνέοντας πολλές άλλες χώρες, αλλά και τoν ΟΗΕ, που τον Σεπτέμβριο του 2024 ενέκρινε την πρώτη Διακήρυξη για τις Μελλοντικές Γενιές (ως μέρος του Συμφώνου για το Μέλλον, μαζί με το Παγκόσμιο Ψηφιακό Σύμφωνο).
Σήμερα, η Σόφι Χάου συντονίζει, μεταξύ άλλων, το δίκτυο Futures Pioneers Network και συμβουλεύει κυβερνήσεις, οργανισμούς, επιχειρήσεις αλλά και τα Ηνωμένα Έθνη, σχετικά με τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση. Mιλήσαμε μαζί της όταν βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα, με αφορμή την ομιλία της στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Είστε η πρώτη στην Ιστορία Επίτροπος για τις Μελλοντικές Γενιές. Διαφωτίστε με… Ποιος ήταν ο ρόλος σας και πώς προέκυψε ο Νόμος για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών (2015) της Ουαλίας;
διαβάστε ακόμα

Το Δημογραφικό Πρόβλημα Της Ελλάδας
Όταν το 1999 αποκτήσαμε Κοινοβούλιο, υπήρχε μια διάταξη στον Νόμο για τη Διακυβέρνηση της Ουαλίας, η οποία όριζε ότι η βιώσιμη ανάπτυξη πρέπει να αποτελεί θεμελιώδη αρχή οργάνωσης της κυβέρνησης. Η τότε υπουργός Περιβάλλοντος υποστήριξε ένθερμα αυτή την αρχή, γεγονός που οδήγησε στον διορισμό ενός άτυπου Επιτρόπου Βιώσιμης Ανάπτυξης. Το 2010, με την αλλαγή της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου, καταργήθηκε ο αντίστοιχος θεσμός στην Αγγλία. Και επειδή οι Ουαλοί έχουμε μια πολύ ισχυρή αίσθηση ταυτότητας και, επίσης, όπως φαντάζομαι θα ξέρετε, θέλουμε οτιδήποτε κάνουμε να είναι διαμετρικά αντίθετο με αυτό που κάνει η Αγγλία, η υπουργός πείθει τον αρχηγό της κυβέρνησης ότι όχι μόνο δεν πρέπει να καταργηθεί ο Ουαλός Επίτροπος, αλλά ότι πρέπει να ενισχυθεί θεσμικά. Έτσι, ψηφίστηκε ο σχετικός Νόμος για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών. Ο δε δικός μου ρόλος, ο ρόλος της Επιτρόπου για τις Μελλοντικές Γενιές, ήταν να λειτουργώ ως θεματοφύλακας των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών της Ουαλίας.
Συναντήσατε σκεπτικισμό και καχυποψία;
Ασφαλώς! Όταν ψηφιζόταν η νομοθεσία, μας ρωτούσαν: «Τι στο διάολο κάνετε;». Στην αρχή πολλοί τα έβρισκαν όλα αυτά χαριτωμένα και ουτοπικά. Εισπράξαμε πολύ σκεπτικισμό, στην πραγματικότητα επειδή αυτό που ζητούσαμε από την κυβέρνηση και τους δημόσιους φορείς ήταν μια ριζική αλλαγή: Να ανατρέψουν τον τρόπο με τον οποίο είχαν μάθει έως τότε να λειτουργούν. Τώρα πια καλούνται να λογοδοτήσουν σε κάποιον, να αιτιολογήσουν τις αποφάσεις τους σύμφωνα με ένα κοινό όραμα και πέντε απλές θεμελιώδεις αρχές: μακροπρόθεσμη σκέψη, πρόληψη, κοινωνική ενσωμάτωση, συνεργασία και συμμετοχή των πολιτών. Βασική αρμοδιότητα του Επιτρόπου για τις Μελλοντικές Γενιές είναι να παρέχει καθοδήγηση και υποστήριξη στους δημόσιους φορείς, ώστε να επιτύχουν τους Επτά Στόχους Ευημερίας (Seven Well-Being Goals) που ορίζει ο νόμος, καθώς και να αξιολογεί την πρόοδό τους.
Αυτό ήταν και το θέμα της ομιλίας σας στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών;
Ναι. Στόχος μου είναι να εξηγήσω γιατί χρειάζεται να αλλάξουμε τον τρόπο που σχεδιάζουμε πολιτικές με γνώμονα το μέλλον, καθώς πρόκειται για μια σχετικά νέα έννοια στην Ελλάδα. Ο προαναφερθείς νόμος βαφτίστηκε «νόμος της κοινής λογικής», γιατί, στην ουσία, αυτό είναι. Προβλέπεις πιθανά προβλήματα προτού κάνουν την εμφάνισή τους, προσπαθείς να τα αποτρέψεις, διαβλέπεις τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ τους. Συνεργάζεσαι με όποιον μπορείς. Και, κυρίως, ακούς τους ανθρώπους, γιατί εκείνοι έχουν συχνά τις πιο πρακτικές και δημιουργικές λύσεις. Eμείς καταλήξαμε στους Επτά Στόχους, μέσα από έναν εθνικό διάλογο με τους Ουαλούς πολίτες· τους θέσαμε το ερώτημα: «Ποια Ουαλία θέλετε να κληροδοτήσετε στα παιδιά και στα εγγόνια σας;». Αυτό είναι, για μένα, το βασικό μήνυμα. Είτε είσαι υπουργός Υγείας, που προσπαθεί να διαχειριστεί την πίεση στο σύστημα υγείας, είτε υπουργός Οικονομίας, που αναζητά τρόπους να αξιοποιήσει την τεχνητή νοημοσύνη χωρίς να χαθούν θέσεις εργασίας, είτε κάποιος που σχεδιάζει την πράσινη μετάβαση, αν εφαρμόσεις τις πέντε προαναφερθείσες αρχές, έχεις έναν αξιόπιστο οδηγό πλοήγησης για το μέλλον. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να επενδύουμε τους δημόσιους πόρους μόνο στην αντιμετώπιση κρίσεων και στην παροχή «υπηρεσιών επείγουσας φροντίδας». Πρέπει να επικεντρωθούμε στην πρόληψη. Οφείλουμε, με άλλα λόγια, να αποδεικνύουμε ότι, σε κάθε απόφαση που λαμβάνουμε, έχουμε εξετάσει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Μιλάμε επί της ουσίας για μια ριζική μετατόπιση νοοτροπίας Αυτό που απαιτείται πλέον, δεν είναι απλώς καλή τεχνική συμμόρφωση, αλλά πολιτική γενναιότητα, μακροπρόθεσμη σκέψη και έμπρακτη αλλαγή προτεραιοτήτων.
Ο τρόπος με τον οποίο η δημόσια πολιτική επηρεάζει τη ζωή μου τώρα, θα καθορίσει το πώς εγώ θα ζω όταν φτάσω τα 80. Θα έχω καλή υγεία; Θα έχω οικονομική ασφάλεια; Θα είναι τα σπίτια που χτίζουμε σήμερα κατάλληλα για εμένα τότε; Αυτό είναι το πραγματικό νόημα του να συζητάμε για τις μελλοντικές γενιές.
Θέλετε μου δώσετε ένα απτό παράδειγμα;
Η νέα αυτή προσέγγιση δοκιμάστηκε για πρώτη φορά πολύ έντονα σε ένα έργο στρατηγικής σημασίας: Την πρόθεση της κυβέρνησης να ξοδέψει ολόκληρη τη δανειακή της ικανότητα για την κατασκευή μιας οδικής αρτηρίας μήκους 13 μιλίων για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Εγώ παρενέβην σε αυτό το θέμα για μια σειρά λόγους. Πρώτον, επειδή το έργο θεωρούνταν «στρατηγικής σημασίας». Ήταν το μεγαλύτερο έργο υποδομής στην Ουαλία και θα έδινε τον τόνο για τον τρόπο με τον οποίο θα σχεδιάζονταν και άλλα έργα στο μέλλον. Δεύτερον, επειδή χρηματοδοτούνταν με δανεισμό, πράγμα που σημαίνει ότι ζητούσαμε από τις μελλοντικές γενιές όχι μόνο να υποστούν τις συνέπειες του έργου –θετικές ή, κατά τη γνώμη μου, κυρίως αρνητικές– αλλά και να επωμιστούν το οικονομικό του κόστος. Γι’ αυτό ζήτησα από την κυβέρνηση να μου εξηγήσει πώς κατέληξε ότι η κατασκευή ενός δρόμου ήταν η καλύτερη λύση για την αντιμετώπιση της κυκλοφοριακής συμφόρησης, σύμφωνα πάντα με τους Επτά στόχους του Νόμου για τις Μελλοντικές Γενιές της Ουαλίας και της Έκθεσης για την Ευημερία της Ουαλίας. Ρώτησα πώς η απόφαση αυτή συμβαδίζει π.χ. με τον Στόχο για μια Ανθεκτική Ουαλία (Resilient Wales), αφού ο δρόμος θα περνούσε από μια περιβαλλοντικά προστατευόμενη περιοχή; Ή πώς συνδέεται με τον Στόχο για μια Υγιέστερη Ουαλία (Ηealthier Wales), όταν ήδη καταγράφονται αυξημένες συγκεντρώσεις ρύπων και αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας; Ή κατά πόσο είναι σύμφωνη με τον Στόχο για μια Πιο Ισότιμη Ουαλία (More Equal Wales), όταν το 25% των φτωχότερων νοικοκυριών στην περιοχή δεν διαθέτει καν αυτοκίνητο;
Και τι αποτέλεσμα είχε η παρέμβασή σας;
διαβάστε ακόμα

Κλιματική Αλλαγή Στην Ελλάδα
Η κυβέρνηση άλλαξε γνώμη και ακύρωσε την κατασκευή του δρόμου. Ήταν η πρώτη φορά που λάμβανε χώρα κάτι τέτοιο. Επιπλέον, συστήθηκε μια επιτροπή, στο πλαίσιο του Νόμου για τις Μελλοντικές Γενιές, προκειμένου να απαντήσει στο ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να λύσουμε το χρόνιο πρόβλημα της κυκλοφοριακής συμφόρησης με γνώμονα τους ουαλικούς Στόχους.
Το θεωρείτε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά σας από τη θέση του Επίτροπου για τις Μελλοντικές Γενιές;
Ναι, γιατί ήταν ένα ζήτημα που άπτεται της καθημερινότητας του πολίτη και γιατί οδήγησε σε μετασχηματισμό ολόκληρης της στρατηγικής μεταφορών της χώρας. Όπως θα φαντάζεστε, υπήρξαν αντιδράσεις… Ωστόσο, τελικά οδήγησε στο να επανεξεταστούν 55 προεγκεκριμένα σχέδια κατασκευής δρόμων, εκ των οποίων τα 51 ακυρώθηκαν! Τα χρήματα αυτά επενδύθηκαν εκ νέου στις δημόσιες συγκοινωνίες και στην ενεργητική μετακίνηση. Μέχρι τότε, ξοδεύαμε τα 2/3 του προϋπολογισμού μας για υποδομές σε κατασκευή και συντήρηση δρόμων. Τώρα αυτό έχει μειωθεί στο 1/3 και το υπόλοιπο επενδύθηκε σε δημόσιες συγκοινωνίες (π.χ. το υπό κατασκευή Μετρό της Νότιας Ουαλίας). Έτσι, από ένα συγκεκριμένο ζήτημα οδηγηθήκαμε σε έναν μεγάλο μετασχηματισμό σε ολόκληρο το πολιτικό πεδίο. Αλλά υπήρξαν και πολλές άλλες μεταρρυθμίσεις, π.χ. αλλαγές στο σχολικό πρόγραμμα, σχέδιο για μηδενικά απόβλητα, σχέδιο για μετάβαση σε πλήρως κυκλική οικονομία κτλ.
Θα μπορούσε κάποιος να έχει προβλέψει, 10-15 χρόνια πριν, την κρίση ψυχικής υγείας που πλήττει σήμερα τους νέους. Εάν είχαμε εξετάσει έγκαιρα την ταυτόχρονη συνύπαρξη της αναδυόμενης τεχνολογίας, της πίεσης που ασκούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, των πιέσεων από το εκπαιδευτικό σύστημα, και των φωνών των ίδιων των νέων –τις οποίες τότε αγνοούσαμε, γιατί δεν είχαμε καν μηχανισμούς για να τους ακούμε– θα είχαμε δει τις ενδείξεις.
Και τώρα στον τρέχοντα ρόλο σας «δανείζετε» αυτή τη γνώση και εμπειρία σε άλλες χώρες;
Ναι, είχε εκδηλωθεί μεγάλο ενδιαφέρον ήδη κατά τη διάρκεια της θητείας μου. Άλλωστε, ανέκαθεν στόχος μου ήταν να μοιραστώ τη δική μας εμπειρία σε διεθνές επίπεδο, να συνεισφέρω στις συζητήσεις εντός ΟΗΕ, δεδομένου ότι υπάρχουν και εκεί πολλές προκλήσεις, π.χ. οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) που πρέπει να επιτευχθούν μέχρι το 2030. Το πρόβλημα είναι ότι οι κυβερνήσεις τα υπέγραψαν μεν όλα αυτά στη Νέα Υόρκη, αλλά μετά επέστρεψαν στις χώρες τους και… τίποτα! Αυτή είναι η βασική αιτία που δεν επιτυγχάνονται οι SDGs: Οι κυβερνήσεις λειτουργούν βραχυπρόθεσμα, όχι με ορίζοντα δεκαετιών. Τα Ηνωμένα Έθνη πάντως έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το πώς δούλεψε όλο αυτό στην Ουαλία. Μάλιστα, τον Σεπτέμβριο του 2024 ενέκρινε την πρώτη Διακήρυξη για τις Μελλοντικές Γενιές.
Είχατε ενεργό ρόλο σε αυτό;
Ναι, όπως σας είπα, ήταν εξαρχής στόχος μας να εμπνεύσουμε με το ουαλικό μοντέλο και άλλες χώρες, να δείξουμε ότι μπορούμε να σκεφτόμαστε παγκόσμια, ειδικά όταν πρόκειται για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα όπως είναι η προστασία των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών. Η υιοθέτηση της Διακήρυξης για τις Μελλοντικές Γενιές ήταν ένα καθοριστικό βήμα. Βέβαια, όπως συμβαίνει με τα Ηνωμένα Έθνη, πάντα έχεις να αντιμετωπίσεις το χάσμα μεταξύ όσων λέγονται σε διεθνές επίπεδο και όσων τελικά εφαρμόζονται σε εθνικό. Όμως τέτοιου είδους διακηρύξεις στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα: Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα.
Επιτρέψτε μου, αλλά υπάρχει μια ειρωνεία εδώ. Συζητάμε για «μέλλον», τη στιγμή που πορευόμαστε σε ένα εξαιρετικά εύθραυστο γεωπολιτικό περιβάλλον. Συζητάμε επίσης για «μελλοντικές γενιές», όταν πολλές χώρες –όπως η Ελλάδα– αντιμετωπίζουν σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα. Πώς μπορούμε, μέσα σε αυτή την αβεβαιότητα, να παραμείνουμε αισιόδοξοι;
Η δική μου απάντηση είναι ότι πρέπει να δούμε το θέμα μέσα από μια διαγενεακή προοπτική. Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για το τι σημαίνει «μελλοντικές γενιές», αλλά για μένα δεν πρόκειται μόνο για τα αγέννητα παιδιά, πρόκειται και για εμάς τους ίδιους. Εγώ είμαι σήμερα 47 ετών, αλλά σε μερικές δεκαετίες θα είμαι ηλικιωμένη. Επομένως, ο τρόπος με τον οποίο η δημόσια πολιτική επηρεάζει τη ζωή μου τώρα, θα καθορίσει το πώς εγώ θα ζω όταν φτάσω τα 80. Θα έχω καλή υγεία; Θα έχω οικονομική ασφάλεια; Θα είναι τα σπίτια που χτίζουμε σήμερα κατάλληλα για εμένα τότε; Αυτό είναι το πραγματικό νόημα του να συζητάμε για τις μελλοντικές γενιές. Δεν αφορά μόνο τους μελλοντικούς πολίτες, αλλά και τη διασφάλιση μιας ποιοτικής ζωής σε κάθε στάδιο της ανθρώπινης πορείας. Από την αρχή της ζωής –τις πρώτες δηλ. χίλιες μέρες, από την εγκυμοσύνη έως τα δύο πρώτα χρόνια ζωής– έως τις πολιτικές που μας βοηθούν να ζούμε υγιείς, δραστήριοι και ευημερούντες στην τρίτη ηλικία.
Τελικά, μπορούμε να κάνουμε συγκεκριμένες προβλέψεις για το μέλλον;
Όχι, δεν μπορούμε να κάνουμε συγκεκριμένες προβλέψεις, κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας και του τρόπου που όλα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε το μέλλον με έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης. Οι λεγόμενοι «futurists» («μελλοντολόγοι») μιλούν για «προόραση» (foresight) και υπάρχει μια ολόκληρη βιομηχανία γύρω από αυτή την προσέγγιση. Επιχειρήσεις και οργανισμοί ζητούν από τους εν λόγω ειδικούς να τους πουν τι πρόκειται να συμβεί, ώστε εκείνοι να αρχίσουν να σχεδιάζουν. Όμως, οι σωστοί «μελλοντολόγοι» απαντούν πως δεν μπορούν να προβλέψουν με ακρίβεια το μέλλον. Αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να εντοπίζουν τις μεγάλες τάσεις και να αναλύουν πώς η σύγκλισή τους μπορεί να δημιουργήσει συγκεκριμένες εξελίξεις. Μπορούν, επίσης, να παρακολουθούν τα λεγόμενα «σήματα» μέσα στο σύστημα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε κάποιος να έχει προβλέψει, 10-15 χρόνια πριν, την κρίση ψυχικής υγείας που πλήττει σήμερα τους νέους. Εάν είχαμε εξετάσει έγκαιρα την ταυτόχρονη συνύπαρξη της αναδυόμενης τεχνολογίας, της πίεσης που ασκούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, των πιέσεων από το εκπαιδευτικό σύστημα, και των φωνών των ίδιων των νέων –τις οποίες τότε αγνοούσαμε, γιατί δεν είχαμε καν μηχανισμούς για να τους ακούμε– θα είχαμε δει τις ενδείξεις.
Και όλα όσα αναφέρετε, χωρίς να συνυπολογίζουμε το σοκ της πανδημίας…
Ακριβώς!
Άρα, λέτε ότι θα μπορούσαμε να είχαμε προβλέψει την κρίση ψυχικής υγείας στους νέους; Όλα αυτά που τόσο μας σόκαραν στη σειρά «Αdolescence», που ο Κιρ Στάρμερ θέλει να προβληθεί σε όλα τα βρετανικά γυμνάσια και λύκεια; Επιμένω σε αυτό το θέμα γιατί στο παρελθόν έχετε δουλέψει με νέους, και μάλιστα στο πεδίο.
Ναι, είμαι απόλυτα βέβαιη, γιατί όλα τα συστατικά υπήρχαν. Μπορεί να μην ήταν τόσο έντονα, αλλά, αν κάποιος παρακολουθούσε τα δεδομένα, θα έβλεπε μια σταδιακή αύξηση στις παραπομπές σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Θα άκουγε, επίσης, τους εκπαιδευτικούς και τους επαγγελματίες που εργάζονται με τους νέους να λένε: «Κάτι έχει αρχίσει να συμβαίνει εδώ». Και, όπως σωστά αναφέρατε, πριν αναλάβω Επίτροπος για τις Μελλοντικές Γενιές, διατέλεσα και αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Αστυνομίας της Νότιας Ουαλίας, η πρώτη γυναίκα που κατείχε αυτή τη θέση. Οι αρμοδιότητές μου επικεντρώνονταν στην προστασία των παιδιών, στην πρώιμη παρέμβαση, καθώς και στην αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών. Ήδη τότε, αυτά τα ζητήματα που σχετίζονται με την εφηβεία ήταν ορατά μέσα στα σχολεία. Και μιλάμε για το 2013! Και ακόμα νωρίτερα, το 2009, όταν εργάστηκα ως σύμβουλος της κυβέρνησης στην πρώτη νομοθεσία για τη βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών, όλες αυτές οι τάσεις είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανείς: μισογυνισμός στα σχολεία, σεξουαλική παρενόχληση των κοριτσιών και άλλα συναφή φαινόμενα. Γιατί μας σοκάρει σήμερα το «Αdolescence»; Οι ενδείξεις υπήρχαν. Απλώς, δεν υπήρχε η κατάλληλη προσέγγιση για να τις αναγνωρίσουμε και να δράσουμε έγκαιρα.
Η μεγαλύτερη απειλή από την τεχνητή νοημοσύνη είναι η παραπληροφόρηση και η παραποίηση της αλήθειας. Ήδη βλέπουμε τις επιπτώσεις στις εκλογικές αναμετρήσεις, στην πόλωση των κοινωνιών και στην άνοδο της ακροδεξιάς. Αν έπρεπε, λοιπόν, να κατονομάσω τα μεγάλα ζητήματα που πρέπει να μας απασχολούν, είναι η γήρανση, η κλιματική αλλαγή, η τεχνητή νοημοσύνη και η επίδρασή τους στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης στη δημοκρατία, στους θεσμούς και στους ειδικούς.
Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό;
Το πρωτεύον είναι πάλι η αλλαγή νοοτροπίας. Πρέπει να θέτουμε το ερώτημα: «Με βάση τα δεδομένα που έχουμε τώρα, πώς μπορεί να διαμορφωθεί το μέλλον»; Πώς μπορούμε να χαρτογραφήσουμε τις «τάσεις» και να εντοπίσουμε τα πρώτα «σήματα»; Ποιες εξελίξεις χρειάζεται επισταμένως να παρακολουθούμε, προτού ακόμη γίνουν ορατές; Το πρόβλημα είναι ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ο χρόνος, η κουλτούρα ή η πολιτική βούληση για να υπάρξει τέτοιου είδους στρατηγική σκέψη. Η καθημερινή πίεση για άμεσες απαντήσεις, οι εκλογικοί κύκλοι και η ανάγκη για γρήγορα αποτελέσματα δεν αφήνουν περιθώρια για στοχασμό, πρόβλεψη και διακυβέρνηση με μακροπρόθεσμη στόχευση.
Αλήθεια, χρειαζόμαστε επιστήμονες ειδικούς στο μέλλον;
Ναι, αν και το λέω με κάποια επιφύλαξη, γιατί δεν χρειαζόμαστε μόνο ειδικούς. Είναι ανάγκη να έχουμε όλοι κάποια μορφή εγγραμματοσύνης για το μέλλον. Αυτό που βλέπουμε σε πολλές κυβερνήσεις είναι ότι κάνουν το εύκολο: Δημιουργούν μια μονάδα προοπτικής διερεύνησης (foresight unit), ένα τμήμα δηλαδή που θα εξετάζει σενάρια και θα καταρτίζει εκθέσεις για το μέλλον. Αυτή η μονάδα ετοιμάζει δεκάδες τέτοιες εκθέσεις που κανείς δεν διαβάζει ή που οι πολιτικοί δεν θα δουν ποτέ, γιατί δεν αφορούν ένα άμεσο πρόβλημα και έτσι καταλήγουν στον πάτο της λίστας. Επομένως, πρόκειται για μια επιφανειακή απάντηση στο πώς σκεφτόμαστε το μέλλον. Και ναι, ίσως έχουμε ανάγκη, όπως λέτε, από ειδικούς. Στην Ουαλία, για παράδειγμα, καταρτίζεται μια Έκθεση για τις μελλοντικές τάσεις που αξιοποιείται από όλους στη χώρα. Όποιος δηλ. σχεδιάζει πολιτικές –είτε για την εκπαίδευση, είτε για τις μεταφορές, είτε για τις υποδομές– μπορεί να βασιστεί σ’ αυτήν για να καταλάβει ποια είναι τα πιθανά σενάρια που αφορούν την περιοχή του και να σχεδιάσει ανάλογα. Αλλά το σημαντικότερο είναι ο τρόπος σκέψης. Όποιος παίρνει αποφάσεις για δημόσια πολιτική, ανεξαρτήτως θέσης, πρέπει να εφαρμόζει τις πέντε αρχές που σας ανέφερα. Συν τρία ακόμη βασικά συστατικά που βλέπουμε να λειτουργούν σε πολλές χώρες.
Ποια είναι αυτά;
διαβάστε ακόμα

Κοινωνία των Πολιτών και Φιλανθρωπία στην Ελλάδα
Πρώτον, χρειαζόμαστε μια Κοινωνία των Πολιτών –δηλαδή, ΜΚΟ, πανεπιστήμια, ΜΜΕ κτλ.–, που θα ασκεί πίεση στις κυβερνήσεις να έχουν έναν πολιτικό ορίζοντα που δεν θα είναι βραχυχρόνιος. Δεύτερον, χρειάζονται πολιτικοί υπερασπιστές, άτομα δηλ. μέσα στο σύστημα που θα προωθούν αυτές τις ιδέες – είτε είναι επιτροπές για το μέλλον (όπως στη Φινλανδία) είτε επίτροποι είτε υπουργοί. Τρίτον, χρειάζεται ικανότητα και δυναμικότητα μέσα στο ίδιο το κράτος, δηλαδή δημόσιοι υπάλληλοι που να ξέρουν να σχεδιάζουν με βάση το μέλλον. Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι δεν έχουν εκπαιδευτεί σε αυτό το είδος σκέψης γιατί το κράτος λειτουργεί αντίθετα, με παροτρύνσεις του τύπου: «Παραδώστε κάτι άμεσα», «Δουλέψτε μόνο στο δικό σας υπουργείο», «Μην εμπλέκετε τους πολίτες». Αν καταφέρουμε αυτά τα τρία να δουλέψουν μαζί και συντονισμένα, τότε μπορούμε να επιφέρουμε πραγματική αλλαγή. Αυτό συνέβη στην Ουαλία: Είχαμε ενεργή Κοινωνία των Πολιτών, πολιτική υποστήριξη, και ικανότητα στο σύστημα.
Την κουλτούρα της Ουαλίας τη γνωρίζετε σε βάθος. Πώς μπορεί όμως η νέα νοοτροπία να «διαδοθεί» και σε άλλες χώρες;
Δεν μπορείς απλώς να πάρεις το μοντέλο της Ουαλίας και να το «μεταφυτεύσεις» σε άλλη χώρα. Η πολιτισμική ταυτότητα, το πολιτικό πλαίσιο και οι κοινωνικές προτεραιότητες κάθε χώρας είναι διαφορετικές. Ωστόσο, βλέπουμε πλέον ότι η ιδέα της νομοθεσίας υπέρ των μελλοντικών γενεών κερδίζει έδαφος διεθνώς. Για παράδειγμα, συνεργαζόμαστε με τη Γερουσία της Κένυας για τη σύσταση μιας Επιτροπής για το Μέλλον. Στην Αυστραλία, κατατέθηκε πρόσφατα ένα σχετικό νομοσχέδιο. Στο Καμερούν, είδαμε την ανάδειξη του πρώτου ιθαγενούς Επιτρόπου για τις Μελλοντικές Γενιές! Στη Νέα Ζηλανδία, μία από τις μεγαλύτερες Μαορί φυλές διεξήγαγε έναν εθνικό διάλογο για τη διαμόρφωση ενός κοινού οράματος για το μέλλον. Στη Δανία, ξεκινήσαμε πρόσφατα μια καμπάνια για την ψήφιση Νόμου για τις Μελλοντικές Γενιές, ενώ αντίστοιχες πρωτοβουλίες παίρνει και η Νορβηγία.
Έχετε να προτείνετε συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής για τις σύγχρονες παγκόσμιες προκλήσεις (mega-trends), όπως είναι η τεχνητή νοημοσύνη και η κλιματική αλλαγή;
Το πρόβλημα είναι ότι είναι όλα αλληλένδετα. Αν πάρουμε για παράδειγμα τη γήρανση του πληθυσμού, είναι πολύ πιο πιθανό οι ηλικιωμένοι να είναι περισσότερο ευάλωτοι στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής (πλημμύρες, καύσωνες κτλ.). Το είδαμε πρόσφατα στην Ελβετία, όπου ηλικιωμένες γυναίκες μήνυσαν την κυβέρνηση επειδή δεν έκανε αρκετά για την κλιματική αλλαγή! Αυτή η «διασταύρωση» κλιματικής αλλαγής και γήρανσης πληθυσμού είναι ένα πραγματικό πρόβλημα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε. Αν τώρα βάλουμε μαζί τη γήρανση και την τεχνητή νοημοσύνη, έχουμε ένα άλλο πρόβλημα. Οι ηλικιωμένοι είναι πιο ευπαθείς σε ψηφιακές απάτες, δεν γνωρίζουν πώς να αξιοποιήσουν την τεχνολογία, κι αυτό τους αφήνει πίσω.
Ο λεγόμενος «ψηφιακός αποκλεισμός».
διαβάστε ακόμα

Οι Ψηφιακές Ειδήσεις στην Ελλάδα το 2025
Ακριβώς. Βέβαια, η μεγαλύτερη απειλή από την τεχνητή νοημοσύνη είναι η παραπληροφόρηση και η παραποίηση της αλήθειας. Ήδη βλέπουμε τις επιπτώσεις στις εκλογικές αναμετρήσεις, στην πόλωση των κοινωνιών και στην άνοδο της ακροδεξιάς. Αν έπρεπε, λοιπόν, να κατονομάσω τα μεγάλα ζητήματα που πρέπει να μας απασχολούν, είναι αυτά τα τρία αλληλοσυνδεόμενα (γήρανση, κλιματική αλλαγή, τεχνητή νοημοσύνη) και η επίδρασή τους στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης στη δημοκρατία, στους θεσμούς και στους ειδικούς. Και εδώ έρχεται στην επιφάνεια κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: η εργασία και οι δεξιότητες του μέλλοντος. Είναι τα εκπαιδευτικά μας συστήματα έτοιμα να προετοιμάσουν τα παιδιά για τις δουλειές και τον κόσμο του μέλλοντος; Σε πολλές χώρες ακόμα συνεχίζουμε να τα εκπαιδεύουμε σαν να βρισκόμαστε ακόμα στη βιομηχανική εποχή, όχι σε αυτόν τον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο. Το εκπαιδευτικό σύστημα, λοιπόν, βρίσκεται ενώπιον σοβαρότατων προκλήσεων.
Παρόλα αυτά τα δυσοίωνα, φαίνεστε να διατηρείτε μεγάλη αισιοδοξία.
Λένε ότι η ηττοπάθεια είναι η νέα μορφή άρνησης, δηλ. το να λες «δεν γίνεται τίποτα» είναι σαν να αρνείσαι το πρόβλημα. Είμαι της γνώμης ότι δεν πρέπει να είσαι τόσο πεσιμιστής ώστε να τα παρατήσεις, αλλά ούτε και τόσο αισιόδοξος ώστε να βγάλεις το πόδι από το πεντάλ!