Αρθρογραφια |

Η Επόμενη Ευρώπη - Ένα Βιβλίο

Ποιες είναι οι σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση, και πώς θα διαμορφώσουν τη μελλοντική της εξέλιξη; Ποια θέση θα έχει η Ελλάδα σ’ αυτό το μέλλον;

Το νέο βιβλίο της διαΝΕΟσις "Η Επόμενη Ευρώπη" είναι μια συλλογή 20 σημαντικών κειμένων για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη θέση της Ελλάδας σε αυτήν. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε την εισαγωγή του βιβλίου. Είναι διαθέσιμο σε όλα τα βιβλιοπωλεία και στο e-shop μας.


Στις 9 Μαΐου του 1950, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν παρουσίασε μια πρόταση για τη σύσταση μιας οικονομικής Ένωσης ευρωπαϊκών κρατών που θα συνεργάζονταν στα θέματα της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα. Η πρόταση, που παρουσιάστηκε με τη μορφή μιας διακήρυξης 914 λέξεων, περιείχε την εξής προφητική φράση: "Η Ευρώπη", έγραφε ο Σουμάν, "δεν θα δημιουργηθεί διαμιάς, ούτε ως ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη"1.

Ένας άλλος από τους "πατέρες" της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο επίσης Γάλλος Ζαν Μονέ, είχε γράψει πως "οι άνθρωποι αποδέχονται την αλλαγή μόνο όταν αντιμετωπίζουν την αναγκαιότητα, και αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα μόνο όταν αντιμετωπίζουν κρίσεις". Συνδυάζοντας τα λόγια (αλλά και το πνεύμα) των δύο ανδρών, που πίστευαν ακράδαντα πως ο μόνος τρόπος να επικρατήσει η ειρήνη σε μια ήπειρο ρημαγμένη από δύο παγκόσμιους πολέμους ήταν η σύναψη μιας ισχυρής συμμαχίας ανάμεσα στα εθνικά κράτη που βγήκαν από τις στάχτες και τ’ αποκαΐδια, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι πρόβλεψαν επακριβώς τη φυσιογνωμία και τον χαρακτήρα αυτού που πολλά χρόνια αργότερα θα ονομαζόταν "Ευρωπαϊκή Ένωση": ένα οικοδόμημα που χτίζεται αργά και σταδιακά, από κρίση σε κρίση.

Από αυτή την άποψη λοιπόν, μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι η περίοδος που διανύουμε είναι εξαιρετικά γόνιμη για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν ήταν, άλλωστε, μια απλή κρίση αυτή που πέρασαν οι χώρες της Ένωσης τα τελευταία χρόνια – κάποιες, μάλιστα, πιο έντονα από άλλες. "Για να χρησιμοποιήσω μια ελληνική λέξη", γράφει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στο βιβλίο, "βγαίνουμε από μια “πολυκρίση” που μας απείλησε κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών". Πράγματι, η πρόσφατη κρίση έχει πυροδοτήσει έναν ζωντανό διάλογο για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Έναν διάλογο που έχει ήδη οδηγήσει σε συγκεκριμένες, ουσιαστικές προτάσεις για αλλαγές στον σχεδιασμό της Eυρωζώνης, για την αντιμετώπιση εσωτερικών κρίσεων, για την κοινή άμυνα και για άλλα θέματα που πριν από την κρίση θεωρούνταν εκτός ατζέντας. Η διαΝΕΟσις είναι ένας μη-κερδοσκοπικός οργανισμός που διεξάγει και δημοσιεύει έρευνες και που διατυπώνει προτάσεις πολιτικής για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της Ελλάδας. Φυσικά, όλα τα θέματα με τα οποία ασχολούμαστε επηρεάζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα, καθώς αυτός ο κρίσιμος διάλογος βρίσκεται σε εξέλιξη σε όλα τα κράτη-μέλη και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, πιστεύουμε ότι η χώρα πρέπει να έχει λόγο, θέσεις και επιχειρήματα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, υλοποιούμε ερευνητικές δράσεις για να συνεισφέρουμε τεκμηριωμένα στοιχεία και προτάσεις σε αυτόν τον διάλογο, αλλά εδώ θελήσαμε να κάνουμε και κάτι διαφορετικό: να καταγράψουμε μια σειρά από απόψεις ανθρώπων που ξέρουν καλά τα θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν σαφή γνώμη και για τη θέση της Ελλάδας σε αυτή, και που ήδη συμμετέχουν ενεργά στον διάλογο που διεξάγεται σήμερα.

Η πρόσφατη κρίση έχει πυροδοτήσει έναν ζωντανό διάλογο για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Έναν διάλογο που έχει ήδη οδηγήσει σε συγκεκριμένες, ουσιαστικές προτάσεις για αλλαγές στον σχεδιασμό της Eυρωζώνης, για την αντιμετώπιση εσωτερικών κρίσεων, για την κοινή άμυνα και για άλλα θέματα που πριν από την κρίση θεωρούνταν εκτός ατζέντας.

Σε αυτό το βιβλίο συγκεντρώνουμε 20 κείμενα, οι συγγραφείς των οποίων φέρουν ποικίλες ιδιότητες – πολλοί, μάλιστα, φέρουν περισσότερες από μία. Συνολικά στο βιβλίο, λοιπόν, συμμετέχουν ο σημερινός πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (και πρώην πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου), δύο νυν και δύο πρώην επίτροποι, επτά Έλληνες ακαδημαϊκοί και αναλυτές, πέντε πρόεδροι ευρωπαϊκών οργανισμών, think-tanks και συνδέσμων, ένας πρώην πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, τρεις πρώην ευρωβουλευτές, δύο στελέχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επτά πρώην υπουργοί. Είναι άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά τους θεσμούς, τις ισορροπίες και τα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι ερμηνεύουν πολύ προσεκτικά την εξέλιξή της, από διαφορετικές οπτικές γωνίες ο καθένας. Τα κείμενά τους συνθέτουν αφενός μια σφαιρική χαρτογράφηση της τρέχουσας ευρωπαϊκής πραγματικότητας και των προοπτικών που ανοίγονται για το μέλλον, και αφετέρου μια κριτική ανάλυση της θέσης της Ελλάδας σε αυτό το παρόν καθώς και σε ένα πιθανό μέλλον. Αυτά είναι τα δύο βασικά ερωτήματα που θέτει εξαρχής το βιβλίο.

Τα κείμενα είναι ετερόκλητα τόσο ως προς τη δομή, όσο και ως προς το περιεχόμενο. Ωστόσο, γίνονται εμφανείς μερικές κοινές ιδέες που εμφανίζονται σε πολλά από αυτά. Η κοινή πεποίθηση της αξίας και του ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ειρήνη και την ευημερία όλων των κρατών-μελών γενικότερα, αλλά και της Ελλάδας ειδικότερα, είναι μία από αυτές. Η σημασία της πολυκρίσης των προηγούμενων ετών και τα βασικά της διδάγματα επίσης. Οι συγγραφείς λίγο πολύ συμφωνούν ως προς τις μεγάλες ευρωπαϊκές προκλήσεις της εποχής μας, ενώ και οι προτάσεις τους είναι κι αυτές λίγο πολύ συγκεκριμένες. Πολλοί αναφέρουν την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, τη δημιουργία της θέσης υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης, την ανάληψη πρωτοβουλιών για την άμυνα και την κοινή εξωτερική πολιτική, όπως και δράσεων για τη στήριξη της περιφέρειας, την τόνωση της απασχόλησης, τη θωράκιση και την επέκταση της ευρωπαϊκής κοινωνικής πολιτικής. Για όλους, πάντως, είναι προφανές ότι η απάντηση στα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι "περισσότερη" Ευρωπαϊκή Ένωση, με στενότερη συνεργασία ανάμεσα στα κράτη-μέλη σε περισσότερους τομείς. Βεβαίως, υπάρχουν διαφοροποιήσεις στο τι ακριβώς ορίζει ο καθένας ως "περισσότερη Ευρώπη", ενώ λίγοι θεωρούν ένα ιδανικό "ομοσπονδιακό" ευρωπαϊκό μέλλον πιθανό ή και εφικτό. Παρ’ όλα αυτά, έχει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι σχεδόν όλοι θεωρούν απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόοδο και την ευημερία των κρατών-μελών τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο άμεσο μέλλον.

Στο πρώτο σκέλος του βασικού ερωτήματος του βιβλίου, που αφορά το μέλλον της Ευρώπης, τον τόνο της συζήτησης θέτει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος έχει αναλάβει πολυάριθμες πρωτοβουλίες για την προώθηση του διαλόγου τα τελευταία χρόνια και πάνω στις τοποθετήσεις του οποίου (τη "Λευκή Βίβλο" του, τις ομιλίες του για την κατάσταση της Ένωσης) στηρίζουν και άλλοι συγγραφείς την επιχειρηματολογία τους. Στο δικό του κείμενο εδώ, ο κ. Γιούνκερ συμπυκνώνει τις βασικές προκλήσεις για το άμεσο μέλλον της Ένωσης, και μαζί τις βασικές προτεραιότητες της δικής του Κομισιόν: τη διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια, την Τραπεζική Ένωση, τη στήριξη του ευρώ με τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και Ευρωπαίου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, την περαιτέρω σύσφιξη της ενιαίας αγοράς, συλλογικές δράσεις για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και μια ολοκληρωμένη Αμυντική Ένωση, μεταξύ άλλων. Σχεδόν όλοι οι συγγραφείς που ασχολούνται με το γενικότερο πλαίσιο της εξέλιξης της Ένωσης αγγίζουν όλα ή κάποια από αυτά τα θέματα.

Βέβαια, οι προσεγγίσεις των υπόλοιπων συγγραφέων διαφέρουν, ανάλογα με τις ερευνητικές, επαγγελματικές ή πολιτικές προτεραιότητες του καθενός. Κάποιοι δίνουν και έναν πιο προσωπικό τόνο στην τοποθέτησή τους, όπως ο μέχρι πρότινος διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Πάνος Καρβούνης, που καταθέτει και την εμπειρία του από τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης.

Άλλοι δίνουν έμφαση σε επιμέρους θέματα. Ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, για παράδειγμα, εμβαθύνει στο θέμα της αναμόρφωσης της Ευρωζώνης, που είναι και μέρος των αρμοδιοτήτων του, αφιερώνει όμως μεγάλο μέρος του κειμένου του σε μια έντονη κριτική στον τρόπο με τον οποίο η Ένωση αντιμετώπισε την πρόσφατη κρίση γενικότερα και την Ελλάδα ειδικότερα. Επισημαίνει το "έλλειμμα αλληλεγγύης" στην Ευρωζώνη, ενώ χρησιμοποιεί σκληρά λόγια για να περιγράψει τον τρόπο λειτουργίας του Eurogroup. "Στο Eurogroup πάρθηκαν για την Ελλάδα αποφάσεις σπάνιας βαρύτητας", γράφει, "μέσα σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο που επιδέχεται αρκετή κριτική. Το επίπεδο των περικοπών στα συνταξιοδοτικά ταμεία, η έκταση των ιδιωτικοποιήσεων, οι μεταρρυθμίσεις στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας κ.ά., όλα αυτά συζητήθηκαν και αποφασίστηκαν από έναν θεσμό που δεν διέπεται ούτε από κάποια διαφάνεια ούτε από κάποια υποχρέωση λογοδότησης για τις επιλογές του ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου".

Ο έτερος εν ενεργεία επίτροπος που γράφει σε αυτό το βιβλίο, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, ο οποίος χειρίζεται το κρίσιμο χαρτοφυλάκιο της μετανάστευσης, αναλύει το πρόγραμμα της Eπιτροπής για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, συγκεκριμένες δράσεις που υλοποιούνται ή σχεδιάζονται (τη μεταρρύθμιση της διαδικασίας ασύλου, την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή), την εξέλιξη του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, καθώς και τις κινήσεις για μια στενότερη συνεργασία των κρατών-μελών στον τομέα της ασφάλειας."Η κινητικότητα αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της εποχής μας", γράφει. "Δεν μπορούμε να τη σταματήσουμε, αλλά μπορούμε να τη διαχειριστούμε πιο αποτελεσματικά".

Στο βιβλίο γράφουν επίσης και εκπρόσωποι θεσμών και οργανισμών ευρωπαϊκής εμβέλειας. Παρόλο που όλοι έχουν μια ευρύτερη οπτική των πραγμάτων, όλοι δίνουν και έμφαση στα θέματα που απασχολούν περισσότερο τους οργανισμούς που εκπροσωπούν, και τα μέλη τους. Ο Γιώργος Ντάσης, για παράδειγμα, μέχρι πρότινος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υπογραμμίζει τις θέσεις της ΕΟΚΕ μεταξύ άλλων για την έμφαση που πρέπει να δώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην κοινωνική πολιτική, την τόνωση της απασχόλησης και την καταπολέμηση της ακραίας φτώχειας. Η Έμμα Μαρτσεγκάλια, πρόεδρος της Ένωσης των Βιομηχανικών και Εργοδοτικών Συνδέσμων της Ευρώπης (BusinessEurope) θέτει ως προτεραιότητες την υλοποίηση μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής για την Ευρώπη, τα θέματα του εμπορίου και της ενιαίας αγοράς, την προώθηση των επενδύσεων, τη θωράκιση της Ευρωζώνης, την προώθηση της απασχόλησης και, επιπλέον, την "αποφυγή ενός άτακτου Brexit". Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων Μπενουά Ποτιέ (ο οποίος αρχίζει και κλείνει το κείμενό του με Ηράκλειτο) δίνει επίσης έμφαση στις μεγάλες διεθνείς εμπορικές συμφωνίες που μπορεί να διεκδικεί και να κλείνει η ΕΕ, στη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς και σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο φιλικό για τις επιχειρήσεις, μεταξύ πολλών άλλων. "Η ΕΕ έχει ήδη απολαύσει 21 μήνες υψηλότερης οικονομικής ανάπτυξης από τις ΗΠΑ", γράφει ο Ποτιέ. "Οφείλουμε να διατηρήσουμε αυτή τη δυναμική και να μην την αφήσουμε ξανά να μας ξεφύγει".

Με παρόμοιο τρόπο, ο Αντώνης Τριφύλλης, που διετέλεσε υψηλόβαθμο στέλεχος και του Ευρωκοινοβουλίου αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περιγράφει συνοπτικά αυτές που κατά τη γνώμη του είναι οι έξι βασικές συστημικές αδυναμίες της ΕΕ και θέτει το θέμα του μέλλοντος της Ευρώπης στο πλαίσιο των ευρύτερων αλλαγών που φέρνει η παγκοσμιοποίηση.

Μια πολύπλευρη ανάλυση όλων αυτών των θεμάτων γίνεται από μια ομάδα συγγραφέων που ανήκουν στον ευρύτερο ακαδημαϊκό χώρο, καθηγητές και εκπροσώπους φορέων και think-tanks που έχουν ασχοληθεί επί μακρόν με το θέμα της Ευρώπης και συμβαίνει να είναι και μεταξύ των σημαντικότερων φωνών στον εγχώριο πολιτικό διάλογο.

Οι περισσότεροι από αυτούς περιλαμβάνουν στα κείμενά τους μια ιστορική, οικονομική και πολιτική αποτίμηση της ιστορίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δίνοντας και μια χρήσιμη ελληνοκεντρική προοπτική στο θέμα. Τα κείμενα του προέδρου του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκά Τσούκαλη, και του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Ιωακειμίδη, για παράδειγμα, τουλάχιστον στο πρώτο μέρος τους, χρησιμεύουν ως ιδανικές εισαγωγές/συνόψεις για ανγνώστες που δεν ξέρουν καλά το ιστορικό πλαίσιο της Ένωσης και τη σύνδεσή του με το σύγχρονο διακύβευμα.

Όλα τα κείμενα των ακαδημαϊκών έχουν και τέτοιο, εκπαιδευτικό χαρακτήρα, πολλά όμως δίνουν έμφαση και σε επιμέρους θέματα. Για παράδειγμα, ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Πλούταρχος Σακελλάρης, ο οποίος έχει διατελέσει και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, παρουσιάζει την ΕΤΕπ ως "ένα ρεαλιστικό υπόδειγμα διακυβέρνησης, το οποίο οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορούν να μιμηθούν για τη μεταρρύθμιση της Ευρώπης και την εξασφάλιση της Ένωσης από παγκόσμιες διαταραχές". Ο διευθυντής ερευνών του ΕΚΕΜ Ξενοφών Γιαταγάνας καταγράφει τις πρώτες κινήσεις που έχουν ήδη γίνει για την αντιμετώπιση της πρόσφατης πολυκρίσης (τον ESM, τον προληπτικό έλεγχο των προϋπολογισμών από την Επιτροπή κ.ά.) και σημειώνει πως "στην καταληκτική τους έκφραση οι διεργασίες αυτές πιθανότατα θα οδηγήσουν στην ανάδειξη της ΕΚΤ σε πραγματική ομοσπονδιακή τράπεζα, σε αμοιβαιοποίηση του χρέους όλων των μελών της Ευρωζώνης και στην έκδοση ευρωομόλογου προκειμένου να δανείζονται όλοι με τα ίδια επιτόκια".

Ο καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Γιώργος Παγουλάτος επισημαίνει συγκεκριμένες πολιτικές στενότερης ενοποίησης στην Ευρωζώνη, αλλά και άλλες, ευρύτερες μεταρρυθμίσεις που, όπως σημειώνει, θα κάνουν την Ευρώπη "μεγάλη στα μεγάλα και μικρή στα μικρά". Ο κ. Παγουλάτος σχηματοποιεί μια διαφορετική, πιο οραματική στοχοθέτηση για το μέλλον της Ένωσης. "Να αρχίσει να αποσύρεται από εκείνα στα οποία δεν έχει τόση μεγάλη σημασία να έχουμε κοινές πολιτικές", προτείνει, "αλλά να τονώσει και να τονίσει την παρουσία της στους τομείς εκείνους που έχουν πραγματικά βαρύτητα και στους οποίους μπορεί να κάνει τη διαφορά". Ο καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης Γιώργος Πρεβελάκης, από την πλευρά του, περιγράφει μια "αρθρωτή" ή "ολυμπιακή" Ευρώπη, όπως την αποκαλεί, οργανωμένη κατά περιφερειακούς κύκλους που σε κάποιο βαθμό αλληλοεπικαλύπτονται, μια μορφή που θα της επιτρέπει να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη ευελιξία γεωπολιτικές και άλλες εντάσεις και να προσαρμόζεται καλύτερα στα νέα παγκόσμια γεωπολιτικά και πολιτισμικά ρεύματα. Ο γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ Θάνος Ντόκος, εξάλλου, περιγράφει τρία σενάρια για το μέλλον και τον ρόλο της Ελλάδας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς: ένα "εφιαλτικό" (κατά το οποίο η Ελλάδα αποχωρεί από την ΕΕ), ένα με την Ελλάδα εκτός του σκληρού πυρήνα της Ένωσης, και ένα με την Ελλάδα εντός. Και στα τρία σενάρια ο κ. Ντόκος δίνει έμφαση στο θέμα της ασφάλειας, και περιγράφει τις επιπτώσεις κάθε εναλλακτικού σεναρίου στο στρατηγικό βάρος και στην εθνική ισχύ της χώρας. Το συμπέρασμά του είναι εύγλωττο: "Η έξοδος από την ΕΕ θα ήταν για την Ελλάδα η μεγαλύτερη γεωστρατηγική ήττα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή".

Το θέμα της ασφάλειας αναδεικνύει ως ένα από τα τρία κατά τη γνώμη του κορυφαία και κρίσιμα και ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του γερμανικού think-tank Konrad Adenauer Stiftung, Χανς Γκερτ Πέτερινγκ. Ο κ. Πέτερινγκ σχηματοποιεί τις προτεραιότητες πιο οραματικά: υποστηρίζει πως η Ευρώπη χρειάζεται να "προστατεύει" (και με την έννοια της ασφάλειας από απειλές, αλλά και στα εργασιακά και οικονομικά θέματα), να "διαμορφώνει το μέλλον" και, κυρίως, να υπερασπίζεται τις "θεμελιώδεις αξίες" της.

Ο κ. Πέτερινγκ, βέβαια, ο οποίος διετέλεσε και πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου και υπήρξε ευρωβουλευτής για 35 συνεχόμενα χρόνια, ανήκει και στην κατηγορία των "πολιτικών" που συμμετέχουν στο βιβλίο. Αυτοί, όπως θα περίμενε κανείς, προσεγγίζουν το θέμα με περισσότερο "πολιτική" ματιά.

Η πρώην επίτροπος Μαρία Δαμανάκη, για παράδειγμα, τονίζει ξεκάθαρα πως "απαιτείται νέα ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία. Είναι σαφές ότι τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα –σοσιαλδημοκράτες αλλά και συντηρητικοί– βρίσκονται μπροστά σε κρίσιμες υπαρξιακές αμφισβητήσεις". Η επίσης πρώην επίτροπος, αλλά και πρόεδρος του "Δικτύου" Άννα Διαμαντοπούλου δίνει έμφαση στις ευθύνες των κρατών-μελών, θυμίζοντας πως "οι χώρες που θέλησαν να κάνουν μεταρρυθμίσεις προς οποιαδήποτε κατεύθυνση δεν είχαν ευρωπαϊκής φύσης εμπόδια", φέρνοντας και συγκεκριμένα παραδείγματα από την εμπειρία της. Η πρώην ευρωβουλευτής Μαριέττα Γιαννάκου επισημαίνει προβλήματα και στο ευρύτερο πεδίο του πολιτικού διαλόγου. "Όσοι έχουν δημόσιο λόγο πρέπει να αντιληφθούν ότι η διάδοση παραμορφωτικών αναλύσεων της ευρωπαϊκής πραγματικότητας συντείνει στην ενίσχυση του ευρωσκεπτικιστικού ρεύματος στην ελληνική κοινωνία", γράφει, καταρρίπτοντας στη συνέχεια ευρύτατα διαδεδομένους μύθους (ότι η ΕΕ διέρχεται ολόκληρη μια οικονομική κρίση, ότι ο λαϊκισμός και η ακροδεξιά κυριαρχούν, ότι η ΕΕ βρίσκεται στα πρόθυρα διάλυσης). Ως προς το πρώτο σκέλος λοιπόν, η χαρτογράφηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των προκλήσεων που αντιμετωπίζει και των διαθέσιμων λύσεων είναι πλήρης, σφαιρική και, μολονότι υπάρχει μια σχετική ομοφωνία ως προς τους γενικούς στόχους και το ευρύτερο όραμα, αρκετά ποικιλόμορφη. Αλλά τι γίνεται με το δεύτερο σκέλος του κεντρικού ερωτήματος του βιβλίου; Τι γίνεται με την Ελλάδα; Όλοι οι συγγραφείς προσεγγίζουν και αυτό το θέμα με σχετική ομοφωνία: η θέση της χώρας μας δεν μπορεί παρά να είναι μέσα στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, σύμφωνα με πολλούς, όσο πιο "ομοσπονδιακή" γίνεται η Ευρώπη, τόσο πιο πολύ ωφελείται η Ελλάδα.

Όπως γράφει ο καθηγητής Π. Κ. Ιωακειμίδης, "η ορθολογική εκτίμηση των ελληνικών συμφερόντων, αλλά και η γενικότερη θεώρηση των αξιακών επιλογών που οφείλει να κάνει η χώρα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το επιθυμητό πρότυπο εξέλιξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αυτό του υπερεθνικού, ομοσπονδιακού συστήματος με καταληκτικό στόχο τη δημοκρατική πολιτική ένωση ως “Ομοσπονδία Εθνικών Κρατών”". Ο γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ Θάνος Ντόκος θέτει το μέγεθος του διακυβεύματος με πιο δραματικό τρόπο, όπως είδαμε παραπάνω.

Όλοι οι συγγραφείς πάντως συμφωνούν πως η χώρα πρέπει να κάνει ακόμα σημαντικά βήματα για να μπορέσει να διεκδικήσει ξανά τη θέση που της αρμόζει στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. "Η Ελλάδα οφείλει να δημιουργήσει ένα φιλικό θεσμικό και οικονομικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις, να αυξήσει τις ιδιωτικές επενδύσεις και εξαγωγές και να ενισχύσει την καινοτομία, προσελκύοντας ταυτόχρονα και σημαντικά ξένα κεφάλαια", συνοψίζει η Έμμα Μαρτσεγκάλια της BusinessEurope. "Δεν χρειάζεται τίποτε λιγότερο από μια ειρηνική επανάσταση", γράφει ο πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκάς Τσούκαλης, "η οποία όμως δεν μπορεί να επιβληθεί απέξω". Το ίδιο τονίζει και ο πρόεδρος Γιούνκερ: "Οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται ακόμα να υλοποιηθούν δεν πρέπει να εκληφθούν ως επιβαλλόμενες απέξω. Στην πραγματικότητα, αποτελούν το κλειδί για τη μελλοντική ευημερία της χώρας, που οι Έλληνες οφείλουν πέρα και πάνω απ’ όλα στα παιδιά τους και τα εγγόνια τους".

Και, τελικά, όπως το θέτει ο επίτροπος Μοσκοβισί, "να ξαναγίνει η Ελλάδα "κανονικό" μέλος της Ευρωζώνης: αυτός πρέπει να είναι ο στόχος μας".

Ωστόσο, αυτό που μας χωρίζει από αυτόν τον στόχο δεν είναι μόνο μια αδυναμία υλοποίησης μεταρρυθμίσεων ή μια κρίση. Υπάρχουν και άλλες αιτίες που κάνουν τη συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση πιο επεισοδιακή από ό,τι θα μπορούσε να είναι, οι οποίες συχνά σε βιβλία σαν αυτό παραλείπονται, είτε ως ευκόλως εννοούμενες είτε ως υπερβολικά περίπλοκες και άβολες. Πρόκειται για την κουλτούρα, τον πολιτικό πολιτισμό της χώρας, που επηρεάζει κάθε έκφανση της πολιτικής ζωής.

"Η οικονομία, οι θεσμοί και η πολιτική μας κουλτούρα δεν προσαρμόζονται εύκολα», εξηγεί ο κ. Τσούκαλης. "Η χώρα αντιστέκεται στον εξευρωπαϊσμό, χωρίς όμως να διαθέτει ρεαλιστικές εναλλακτικές επιλογές». Αυτό το θέμα, του ιστορικού πολιτικού και πολιτισμικού μας διχασμού (ή "δυϊσμού", όπως τον αποκαλεί ο Νικηφόρος Διαμαντούρος), δεν μπορεί να μην λαμβάνεται υπόψη κάθε φορά που συζητάμε για τη θέση της χώρας μας στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Κάποιοι από τους συγγραφείς αυτού του βιβλίου δεν διστάζουν να το θέσουν άμεσα ή έμμεσα. Μεταξύ άλλων, τίθεται και στο τελευταίο κείμενο του βιβλίου, με γλαφυρό και πικρό τρόπο και μέσα από πραγματικές ιστορίες και ιστορικά γεγονότα, από τον δημοσιογράφο και πρώην ευρωβουλευτή Πέτρο Ευθυμίου.

Το γενικό συμπέρασμα του βιβλίου όμως δεν μπορεί παρά να είναι αισιόδοξο. Η σχετική ομοφωνία των συγγραφέων από μόνη της αποτελεί πηγή αισιοδοξίας: ξέρουν όλοι πάνω κάτω το τι πρέπει να γίνει για να θωρακιστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στις κρίσεις του μέλλοντος. Η πολυκρίση είναι πια καλά κατανοητή, τα αίτιά της επαρκώς αναλυμένα, οι προκλήσεις του μέλλοντος ευκρινείς και οι διαθέσιμες λύσεις συγκεκριμένες. Και, επιπλέον, οι συνθήκες σήμερα είναι ώριμες, αν όχι ιδανικές. Όπως είπαμε, η Ένωση ωριμάζει, εξελίσσεται και αλλάζει μόνο μέσα από κρίσεις. Αυτό το βιβλίο υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη τόσο η Ευρώπη όσο και η χώρα μας να εκμεταλλευτούν αυτή την πολυκρίση με άμεσες και ουσιαστικές πρωτοβουλίες. "Το παράθυρο ευκαιρίας μπορεί να μην μείνει ανοιχτό για μεγάλο χρονικό διάστημα", γράφει ο πρόεδρος Γιούνκερ, "και ασφαλώς δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο".

 


1 Αυτό το απόσπασμα το αναφέρουν μέσα στο βιβλίο και δύο από τους συγγραφείς, με ελαφρά διαφορετική απόδοση στα ελληνικά.