Αρθρογραφια |

Ένα Νέο Πρόγραμμα Για Την Προσχολική Αγωγή Στην Ελλάδα

Η διαΝΕΟσις, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, παρουσιάζει ένα κείμενο εργασίας που περιγράφει ένα νέο πλαίσιο για την προσχολική αγωγή στις ηλικίες 0-4.

Η προσχολική εκπαίδευση αναδεικνύεται πλέον ξεκάθαρα ως ένα κορυφαίο θέμα εκπαιδευτικής, κοινωνικής, αλλά και αναπτυξιακής πολιτικής", κατέληγε η έρευνα της διαΝΕΟσις για την προσχολική ζωή στην Ελλάδα το 2017. Τότε είχαμε αναδείξει αφενός την τεράστια αξία της επένδυσης στις δομές φροντίδας και εκπαίδευσης παιδιών προσχολικής ηλικίας για μια χώρα και, αφετέρου, τις μεγάλες ελλείψεις της προσχολικής αγωγής στη δική μας χώρα. Έκτοτε, κάποια πράγματα άλλαξαν. Για παράδειγμα, μία από τις προτάσεις εκείνης της έρευνας, η μείωση του ορίου της υποχρεωτικής εκπαίδευσης από τα 5 στα 4 χρόνια, υλοποιήθηκε. Αλλά παρέμεναν μεγάλα κενά, με κυριότερο την έλλειψη ενός εκτενούς, πλήρους και επιστημονικά τεκμηριωμένου πλαισίου λειτουργίας για όλους τους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς στην Ελλάδα. 

Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει η νέα ερευνητική παρέμβαση της διαΝΕΟσις.

Η ομάδα ειδικών της διαΝΕΟσις (που περιλαμβάνει από παιδαγωγούς και ψυχολόγους μέχρι διαιτολόγους και εργοθεραπευτές) συνεργάστηκε με την αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, η οποία είχε συσταθεί με πρωτοβουλία της Υφυπουργού Δόμνας Μιχαηλίδου και, υπό τον συντονισμό του Καθηγητή Οικονομικών του πανεπιστημίου Yale (και μέλος του advisory board της διαΝΕΟσις) Κώστα Μεγήρ, συνέταξε ένα εκτενές κείμενο εργασίας (PDF) που, για πρώτη φορά, αναλύει λεπτομερώς το πώς ακριβώς πρέπει να λειτουργούν οι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί στη χώρα.

Αυτό το πλαίσιο περιγράφει όλες τις βασικές παιδαγωγικές πρακτικές που πρέπει να ακολουθεί η ποιοτική προσχολική αγωγή, καθώς και όλες τις λεπτομέρειες της λειτουργίας των βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών στην Ελλάδα: από το ωρολόγιο πρόγραμμα και τη διαμόρφωση μιας λειτουργικής δομής διαχείρισης, μέχρι το πρόγραμμα για τον ύπνο, το φαγητό, τη σωματική άσκηση και το παιχνίδι των παιδιών.

Από τη Δευτέρα 5 Ιουλίου, αυτό το κείμενο εργασίας τίθεται σε δημόσια διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, τους ειδικούς και τους πολίτες, για να μετεξελιχθεί σε ένα τελικό πλαίσιο λειτουργίας για όλους τους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς στη χώρα. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του Υπουργείου, η πρώτη πιλοτική εφαρμογή του αναμένεται να ξεκινήσει σε επιλεγμένους σταθμούς στην αρχή της νέας χρονιάς.

Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο εργασίας εδώ. Αν και απευθύνεται κυρίως σε παιδαγωγούς και ειδικούς του χώρου, είναι ένα πολύ χρήσιμο ανάγνωσμα και για τους γονείς παιδιών προσχολικής ηλικίας, καθώς αναδεικνύει όλες τις σύγχρονες τάσεις για τη φροντίδα, την εξέλιξη και την ανάπτυξη των παιδιών σε αυτή την κρίσιμη, εξαιρετικά γόνιμη φάση της ζωής τους. Παρακάτω θα εξετάσουμε μερικά από τα βασικά του σημεία.

1. Το Πρόβλημα

Το γιατί η προσχολική αγωγή είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό πράγμα το αναλύσαμε εκτενώς στην έρευνα του 2017. Η διάσημη μελέτη του νομπελίστα Τζέιμς Χέκμαν από το πανεπιστήμιο του Σικάγο και της ομάδας του έδειξε πως κάθε δολάριο που επενδύεται για την αγωγή ενός τετράχρονου παιδιού αποδίδει από 60 έως και 300 δολάρια πίσω στην οικονομία και την κοινωνία μέχρι το παιδί αυτό να φτάσει στην ηλικία των 65. Είναι πλέον καλά τεκμηριωμένο και ευρέως γνωστό το ότι η φροντίδα και η αγωγή που λαμβάνει ένα παιδί σε αυτές τις ηλικίες έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία για τη μετέπειτα εξέλιξη και ανάπτυξή του. Η νευρολογία, άλλωστε, έχει δείξει ότι η πλαστικότητα του εγκεφάλου είναι στο μέγιστο κατά τα πρώτα 3-4 χρόνια της ζωής, ενώ ο εγκέφαλος των παιδιών αναπτύσσεται ραγδαία σε αυτές ακριβώς τις ηλικίες. Μέχρι να φτάσουν στα 6, έχει πια φτάσει στο 90% του τελικού, ενήλικου βάρους του.

Τα παιδιά που λαμβάνουν πλούσια ερεθίσματα αυτή την περίοδο της ζωής τους προετοιμάζονται καλύτερα για να φτάσουν αργότερα στο μέγιστο των αναπτυξιακών δυνατοτήτων τους, ενώ παγκοσμίως τα προγράμματα προσχολικής αγωγής που στοχεύουν ειδικά σε μη προνομιούχα παιδιά μετριάζουν τις ανισότητες στην εκπαίδευση

Σύμφωνα με πολλούς, η προσχολική αγωγή θεωρείται η κρισιμότερη "εκπαιδευτική" βαθμίδα, με τα οφέλη της στη μετέπειτα εξέλιξη και ευημερία των παιδιών να είναι πολύ μεγαλύτερα από των επόμενων βαθμίδων. Με βάση αυτά τα ευρέως αποδεκτά δεδομένα, πλέον σχεδόν όλες οι χώρες του ΟΟΣΑ αυξάνουν τις δημόσιες δαπάνες για την προσχολική αγωγή, ενώ οι περισσότερες επανασχεδιάζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα και επανεκπαιδεύουν τους παιδαγωγούς τους γι’ αυτό τον λόγο.

Στην Ελλάδα η προσχολική αγωγή είναι περισσότερο εστιασμένη στη φύλαξη των παιδιών, παρά στην παιδαγωγική πράξη. Η Πολιτεία μεριμνά ώστε οι χώροι να είναι επαρκείς για συγκεκριμένο αριθμό παιδιών, με τις κατάλληλες προδιαγραφές ασφάλειας και με καταρτισμένους παιδαγωγούς, αλλά κανείς πέραν των παιδαγωγών δεν ασχολείται με το τι γίνεται τις ώρες που περνούν τα παιδιά εκεί.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το σύστημα αυτό δεν καλύπτει τις συνολικές αναπτυξιακές και μαθησιακές ανάγκες των παιδιών. Οι βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, όπως γράφουν οι ερευνητές στο κείμενο εργασίας, "θα έπρεπε να αποτελούν τον χώρο στον οποίο το παιδί παίζει, ερευνά και μαθαίνει". Όχι το μέρος όπου απλά περιμένει μέχρι να γυρίσουν οι γονείς από τη δουλειά.

Στη χώρα μας η προσχολική αγωγή και φροντίδα για παιδιά ηλικίας από δύο μηνών έως 4 ετών γίνεται σε δημοτικούς, δημόσιους και ιδιωτικούς βρεφικούς, βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς. Η λειτουργία τους είναι ταυτόχρονα αρμοδιότητα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και του Υπουργείου Εσωτερικών (για τους δημοτικούς). Η λειτουργία των δημοτικών βρεφικών και βρεφονηπιακών σταθμών, που είναι και οι περισσότεροι, ορίζεται από τον "Πρότυπο Κανονισμό Λειτουργίας" που ισχύει από το 2017. Βεβαίως, όπως αντιλαμβάνεται κανείς η διάχυση των αρμοδιοτήτων σε δύο διαφορετικά υπουργεία, αλλά και οι ελλείψεις στον κανονισμό λειτουργίας που προβλέπει, μεν, την παροχή "ενιαίας προσχολικής αγωγής σύμφωνα με τα πλέον σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα" αλλά δεν περιγράφει πώς θα γίνεται αυτό, αφήνουν σημαντικά κενά.

Η κάλυψη αυτών των κενών είναι ο στόχος αυτής της μελέτης. Βεβαίως, δεν είναι η πρώτη φορά που γράφεται ένα τέτοιο κείμενο στην Ελλάδα. Τα ελληνικά νηπιαγωγεία έχουν τέτοιο σε εφαρμογή από το 2011. Το 2009 το Υπουργείο Εσωτερικών ανάθεσε στο ΕΚΠΑ την διαμόρφωση ενός σχεδίου προγράμματος για την αγωγή και τη φροντίδα παιδιών προσχολικής αγωγής, το "Παιδαγωγικό Πρόγραμμα Παιδικών Σταθμών". Το πρόγραμμα αυτό, όμως, το οποίο αποτελούσε μια προσαρμογή αντίστοιχου προγράμματος από το Βερολίνο, δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Στη σύνταξη αυτής της πρότασης, το κείμενο αυτό ελήφθη υπ’ όψιν.

Μαζί ελήφθησαν υπ’ όψιν και τα προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί και εφαρμοστεί σε πολλές άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Στο δεύτερο παράρτημα του κειμένου εργασίας περιέχεται μια καταγραφή αναγνωρισμένων προγραμμάτων για την προσχολική ηλικία από οκτώ χώρες: Αυστραλία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισλανδία, Ιταλία (που επεκτάθηκε στο διάσημο "ZeroSei" του Πανεπιστημίου του Harvard), Κύπρο, Καναδά (με το "Σχολείο του Δάσους") και, βέβαια, τη Νέα Ζηλανδία, με το επίσης διάσημο "Te Whāriki" (PDF), το διαπολιτισμικό πρόγραμμα σπουδών που ισχύει στη χώρα από το 1996. Από την επεξεργασία όλων αυτών των προγραμμάτων αναδείχτηκαν κάποια κοινά σημεία και κάποιες βασικές αξίες τις οποίες ακολουθούν όλα. Η αξία του παιχνιδιού και της βιωματικής μάθησης, ας πούμε, είναι θεμελιώδης, όπως και η αξία της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των παιδιών και των παιδαγωγών. Η αναγνώριση της μοναδικότητας κάθε παιδιού, της κατανόησης των συναισθημάτων και των προσωπικών εμπειριών του, η σημασία του περιβάλλοντος, της επαφής με τους υπαίθριους χώρους και με την κοινότητα, όπως και του ενεργού ρόλου που πρέπει να έχουν οι γονείς μέσα στο προσχολικό πλαίσιο είναι επίσης σημαντικά κοινά στοιχεία.

Στη συνέχεια, η ερευνητική ομάδα συνέταξε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα και για την Ελλάδα.

2. Η "Κυψέλη"

Παραδοσιακά, μέσα στους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς θεωρείται ότι συμβαίνουν δύο πράγματα: φροντίδα και εκπαίδευση. Η "φροντίδα" είναι η διαφύλαξη της σωματικής υγείας των βρεφών και των μικρών παιδιών τις ημέρες και ώρες που οι γονείς τους εργάζονται, ενώ η "εκπαίδευση" αναφέρεται στην ανάπτυξη δεξιοτήτων ώστε τα παιδιά να αναπτύξουν το πλήρες δυναμικό τους με τα κατάλληλα ερεθίσματα. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στη δική μας χώρα αυτές οι δομές εξυπηρετούν κυρίως την πρώτη ανάγκη. Όπως επίσης αναφέρθηκε παραπάνω, είναι απολύτως απαραίτητο να αποκτήσουν τη δυνατότητα να εξυπηρετούν και τη δεύτερη.

Το κείμενο εργασίας, λοιπόν, καλύπτει αυτό το κενό προτείνοντας ένα πλήρες, αναλυτικό πλαίσιο προσχολικής αγωγής που ονομάζεται "Κυψέλη". Το πρόγραμμα δομείται γύρω από συγκεκριμένες δραστηριότητες οι οποίες στοχεύουν στην παροχή ερεθισμάτων για την ανάπτυξη των γνωσιακών, γλωσσικών, κοινωνικών, συναισθηματικών και κινητικών δεξιοτήτων των παιδιών. Συγκεκριμένα χωρίζεται σε πέντε ξεχωριστές πτυχές, κάθε μία εκ των οποίων αποτελεί πρακτικό εργαλείο για παιδαγωγούς και για τη ζωή στον παιδικό ή βρεφονηπιακό σταθμό.

Αυτές οι πέντε πτυχές αναλύονται ξεχωριστά στο κείμενο και περιλαμβάνουν συγκεκριμένους στόχους. Κάθε παιδαγωγός που χρησιμοποιεί αυτά τα εργαλεία μπορεί να ελέγχει ότι λειτουργούν ωφέλιμα και δημιουργικά επιβεβαιώνοντας ότι κάθε μέρα μέσα από αυτές τις εμπειρίες και δραστηριότητες κάθε παιδί ακολουθεί τις προσωπικές του "διαδρομές", όπως αυτές προδιαγράφονται στο κείμενο. 

Κεντρικό ρόλο στο νέο πλαίσιο κατέχει, φυσικά, το παιχνίδι. Είναι ο φυσικός τρόπος για να επεξεργάζονται τα παιδιά νέες έννοιες και πληροφορίες, το εργαλείο μέσα από το οποίο εξερευνούν τα συναισθήματα, την κοινωνικότητα και τον κόσμο γύρω τους. "Μαθαίνοντας μέσα από το παιχνίδι", γράφει η ερευνητική ομάδα Project Zero του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, "τα παιδιά δοκιμάζουν τις ιδέες τους, πειραματίζονται με τα σύμβολα, δημιουργούν κοινωνικές σχέσεις, παίρνουν ρίσκα και ξαναφαντάζονται τον κόσμο". Στο κεφάλαιο 5 του κειμένου αναλύεται με λεπτομέρειες το πώς πρέπει να διαμορφωθεί το περιβάλλον της τάξης για να διευκολύνει και να ενθαρρύνει κάθε είδους παιχνίδι (κινητικό, συμβολικό, κατασκευαστικό, δημιουργικό) τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους.

Παρεμπιπτόντως, γι’ αυτό το τελευταίο -το εξωτερικό παιχνίδι- αξίζει να αναφέρουμε κάποια στοιχεία που αναδεικνύουν και το μέγεθος του προβλήματος. Αν και το παιχνίδι στην ύπαιθρο και η επαφή με τη φύση θεωρούνται απαραίτητα συστατικά της ανάπτυξης των παιδιών ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, οι ελληνικές δομές αποδεικνύονται σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκείς. Μια έρευνα του ΕΜΠ στους παιδικούς σταθμούς του δήμου Αθηναίων το 2013 βρήκε πως σχεδόν 1 στους 4 είχε ανεπαρκείς εξωτερικούς χώρους παιχνιδιού, ενώ 1 στους 10 δεν είχε καθόλου. 1 στους 3 παιδαγωγούς που συμμετείχαν σε εκείνη την έρευνα δήλωναν ότι ο χρόνος που περνούν έξω τα παιδιά είναι μικρότερος από 30 λεπτά την ημέρα -μολονότι η συντριπτική τους πλειοψηφία αναγνώριζε ότι αυτός ο χρόνος θα έπρεπε να αυξηθεί.

Το πλαίσιο επίσης περιλαμβάνει πληροφορίες και κατευθύνσεις για το θέμα της γλωσσικής ανάπτυξης και της επικοινωνίας με τα παιδιά, για την ανάπτυξη και την ενθάρρυνση της δημιουργικότητας, για την υγιεινή διατροφή εντός του σχολείου και, βεβαίως, για την εκπαίδευση και εξοικείωση των παιδαγωγών με το πρόγραμμα μέσα από παιδαγωγικά εργαστήρια 24 ωρών, καθώς και με την υποστήριξη μεντόρων για μία ως τρεις εβδομάδες σε κάθε δομή. Οι μέντορες αυτοί θα είναι έμπειροι, καταρτισμένοι παιδαγωγοί, ορισμένοι από το Εθνικό Συμβούλιο Προσχολικής Αγωγής και Διαπαιδαγώγησης (θα εξηγήσουμε παρακάτω τι είναι αυτό), που έχουν ήδη δουλέψει και εξοικειωθεί με το πρόγραμμα, και μπορούν να υποστηρίξουν παιδαγωγούς από άλλους σταθμούς στα πρώτα τους βήματα.

Επιπλέον, το πρόγραμμα προδιαγράφει και διάφορες άλλες απαραίτητες πτυχές της προσχολικής αγωγής, όπως η παρακολούθηση της συνολικής ανάπτυξης κάθε παιδιού, παράλληλα με τη σωματική του ανάπτυξη. Αυτή η παρακολούθηση έχει αφενός στόχο την έγκαιρη ανίχνευση αναπτυξιακών δυσκολιών, αλλά και την απόκτηση μιας ολοκληρωμένης εικόνας της ανάπτυξης του παιδιού. Επιπλέον, το πρόγραμμα τονίζει την αξία της διεπιστημονικής συνέργειας με θεραπευτές και ειδικούς υγείας και ψυχικής υγείας στο περιβάλλον του παιδικού ή βρεφονηπιακού σταθμού και τη διαρκή εκπαίδευση των παιδαγωγών μέσω ενός σχήματος συνεχιζόμενης εκπαίδευσης που μπορεί να ευθυγραμμίσει τους επαγγελματίες του χώρου με τις σύγχρονες τάσεις στην προσχολική αγωγή. Δίνει έμφαση, δε, στον ρόλο των γονέων στο πλαίσιο της προσχολικής αγωγής με πρακτικό τρόπο και συγκεκριμένες δράσεις, καθώς και όλες τις συγκεκριμένες προδιαγραφές λειτουργίας (ωράριο, διαχωρισμός παιδιών ανά ηλικιακή ομάδα, αριθμός παιδιών, αριθμός παιδαγωγών και βοηθών ανά τμήμα, διατροφή και ύπνος ανά ηλικία) για τους παιδικούς και τους βρεφονηπιακούς σταθμούς στην Ελλάδα. 

Όλες αυτές οι οδηγίες και οι προδιαγραφές που αναλύονται στο κείμενο εργασίας θα συνοδεύονται από υποστηρικτικά υλικά για την εκπαίδευση των παιδαγωγών, καρτέλες με βασικούς άξονες και δραστηριότητες, πηγές για την ανάγνωση, την αφήγηση και το κινητικό παιχνίδι, καθώς και παιδαγωγικό υλικό από το πρόγραμμα Reach Up and Learn. Αξίζει να πούμε δυο λόγια και για αυτό: πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο και δοκιμασμένο πρόγραμμα, που αρχικά σχεδιάστηκε από την καθηγήτρια Σάλι Γκράνθαμ Μαγκρέγκορ και εφαρμόστηκε πρακτικά και ερευνητικά σε πολλές (κυρίως αναπτυσσόμενες) χώρες από τη δεκαετία του 1980 και μέχρι σήμερα. Δίνει μεγάλη έμφαση στην αλληλεπίδραση ενήλικα-παιδιού και περιλαμβάνει μια σειρά από ευέλικτα μεθοδολογικά εργαλεία τα οποία η ομάδα της διαΝΕΟσις με τη συνεργασία της ίδιας της Σάλι Γκράνθαμ Μαγκρέγκορ, που σήμερα είναι επίτιμη καθηγήτρια στο UCL, προσάρμοσε και "εξελλήνισε" ώστε να ενταχθούν στο πρόγραμμα της "Κυψέλης", ανάλογα με την ηλικία των παιδιών.

Όλο αυτό το πρόγραμμα/πλαίσιο περιγράφει δραστηριότητες και δράσεις που βεβαίως υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητες της σημερινής διοικητικής διάρθρωσης της προσχολικής αγωγής στην Ελλάδα. Αν και ο μέχρι πρότινος διαμοιρασμός των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα δύο υπουργεία αρκούσε για την εξασφάλιση επαρκών συνθηκών "φύλαξης" των παιδιών στους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς της χώρας, οπωσδήποτε δεν αρκεί για την επιμέλεια, τον έλεγχο και τον συντονισμό ενός πλήρους "παιδαγωγικού" προγράμματος όπως προδιαγράφεται στο κείμενο εργασίας που ετοίμασαν οι ερευνητές της διαΝΕΟσις και η επιτροπή του Υπουργείου. Ως εκ τούτου, προτείνεται και μια νέα διοικητική δομή για να υποστηρίζει τη λειτουργία όλων των παραπάνω.

Η σύσταση ενός Εθνικού Συμβουλίου Προσχολικής Αγωγής και Διαπαιδαγώγησης, το οποίο θα εξασφαλίζει τη λειτουργία της προσχολικής αγωγής, συντονίζοντας τα δύο συναρμόδια υπουργεία, θα ήταν ένα καλό πρώτο βήμα για τη διοικητική ενοποίηση της προσχολικής αγωγής.

Όπως αναφέρεται στο κείμενο εργασίας, δε, μελλοντικά θα ήταν σκόπιμο να οριστεί ένας/μία υφυπουργός Προσχολικής Αγωγής και να υπάρχει συντονισμός με τις επόμενες βαθμίδες εκπαίδευσης, ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια.

Επιπλέον, θα είναι σημαντική και απαραίτητη η εξασφάλιση σταθερών πόρων για την συνεχιζόμενη υποστήριξη της λειτουργίας των σταθμών, ώστε να γίνεται σωστή και επαναλαμβανόμενη επιμόρφωση των παιδαγωγών, κατάλληλη παρακολούθηση και μέτρηση της ανάπτυξης των παιδιών, πρόσληψη και επιμόρφωση των μεντόρων, αγορά και ανανέωση υλικών και βιβλίων και, βέβαια, αναβάθμιση των εγκαταστάσεων όπου χρειάζεται, ειδικά για την εξασφάλιση εξωτερικών χώρων για τα παιδιά. 

Όπως είπαμε παραπάνω, αυτό το κείμενο βγήκε σε δημόσια διαβούλευση από τη Δευτέρα, 5 Ιουλίου του 2021. Ειδικοί και εκπρόσωποι φορέων θα διατυπώσουν τις προτάσεις τους. Οι Δήμοι, οι Περιφέρειες, οι επαγγελματικές ενώσεις, οι παιδαγωγοί και οι γονείς θα προτείνουν αλλαγές, με σκοπό να συνδιαμορφώσουν ένα νέο πλαίσιο που, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του Υπουργείου, στην αρχή της νέας χρονιάς θα αρχίσει να εφαρμόζεται πιλοτικά σε κάποιους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς στην Ελλάδα.

Όταν πριν από τέσσερα χρόνια περιγράφαμε τα μεγάλα προβλήματα της προσχολικής αγωγής στην Ελλάδα -γνωρίζοντας μάλιστα τους ρυθμούς με τους οποίους κινείται το ελληνικό πολιτικό σύστημα, τις παραδοσιακές πολιτικές προτεραιότητες, αλλά και τη δυσκολία μεγάλων μεταρρυθμίσεων εδώ-, δεν περιμέναμε δύο πράγματα: πρώτον, ότι η ανταπόκριση από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα θα ήταν τόσο θερμή και θετική. Από ό,τι αποδεικνύεται, η προσχολική αγωγή και εδώ, όπως και σε άλλες χώρες, είναι ένα θέμα που ξεπερνά πολιτικές ταυτότητες και ενώνει αντίπαλους πολιτικούς σχηματισμούς, καθότι μάλιστα οι λύσεις κατά κανόνα δεν έχουν ιδεολογικό πρόσημο. Τα δεδομένα είναι πλέον αδιάσειστα και κανείς δεν διαφωνεί με το ζητούμενο, άρα πρόκειται για ένα από τα λίγα κομβικά θέματα στα οποία η πολιτική συναίνεση είναι εφικτή.

Και το δεύτερο πράγμα που δεν περιμέναμε; Πως τόσο σύντομα θα είχαμε την ευκαιρία να βοηθήσουμε άμεσα, έμπρακτα και ουσιαστικά στη λύση ενός από τα σημαντικά προβλήματα που είχαμε τότε αναδείξει.